21 June 2024

Λύτρας και Ποινικός Μιθριδατισμός

"Το ουσιαστικό ποινικό δίκαιο είναι όμως και ένα ιδιαίτερα επικίνδυνο Δίκαιο για την ελευθερία του ανθρώπου και την προσπάθειά του για κοινωνική πρόοδο. Γιατί προσφέρεται, από την ίδια τη φύση του ως δραστικού μέσου εξαναγκασμού, σε καταχρήσεις στα χέρια καταπιεστικών μηχανισμών. Για αυτό το λόγο, η ιστορία του ποινικού δικαίου είναι διάστικτη από περιόδους διαστροφής του, όπου από Δίκαιο μεταβάλλεται σε μέσο αυθαιρεσίας, καταπίεσης και βαρβαρότητας. [..] Από τον πόλεμο μέχρι και σήμερα έχουν συσσωρευτεί όμως, όχι μόνο με την διαστροφή που υφίσταται και στις μέρες μας το Ποινικό Δίκαιο από καταπιεστικά καθεστώτα, αλλά και από την πολιτική κατάχρηση που του γίνεται μερικές φορές και από δημοκρατικά συντεταγμένες Πολιτείες, τέτοιες πελώριες και και απαίσιες εμπειρίες, που σχετικοποιούν σε πολύ μεγάλο βαθμό την εξασφαλιστική αξία του θετικισμού τόσο στο Δίκαιο γενικά όσο και ειδικότερα στο πεδίο του Ποινικού Δικαίου." [Γ. Α. Μαγκάκης (1979), "Ποινικό Δίκαιο" Τ1, σελ. 10, 21].

Ποια είναι η στάση και η αντίληψή σας για το Ποινικό Δίκαιο στην Ελλάδα? Αφιερώστε 5 λεπτά από τον χρόνο σας για να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιό μας εδώ.

Με αφορμή την υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας του ποινικολόγου Απόστολου Λύτρα, τα ΜΜΕ διαχέουν στην κοινωνία ισχυρές δόσεις ποινικού λαϊκισμού. Ανεπαρκείς παρουσιαστές πρωινάδικων και μεσημεριανάδικων μεταχειρίζονται με ευκολία έννοιες που δεν κατανοούν και δημιουργούν εσφαλμένες πεποιθήσεις στους πολίτες για το ποινικό δίκαιο και τον ρόλο του. Οι πολίτες, που όπως είναι λογικό δεν έχουν νομική παιδεία, δείχνουν την μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στα γνώριμα πρόσωπα των εκπομπών. Όχι, τα νομικά δεν είναι "κοινή λογική", όπως ισχυρίζονται οι "πανελίστες", για να πείσουν τους πολίτες ότι τάχα είναι γνώστες νομικών και να τους εμπιστευτούν οι πολίτες. Η λογική κάθε παρουσιαστή, είναι η δική του λογική και όχι "κοινή λογική". Δεν κρύβεται η ασχετοσύνη τους πίσω από αυτήν. Δεν εκπροσωπουν τα κανάλια την "κοινή γνώμη", αλλά την διαμορφώνουν και την στρέφουν προς ορισμένες κατευθύνσεις. Με επικίνδυνες για την ελευθερία απλουστεύσεις, διαμορφώνουν τις στάσεις και τις αντιλήψεις της κοινωνίας και την οδηγούν στην αυτοκαταστροφή κάθε αρχής και αξίας που συνδέει την Ελλάδα με τον υπόλοιπο πολιτισμένο κόσμο. Ζητήματα τα οποία στις φιλελεύθερες δημοκρατίες έχουν λυθεί εδώ και αιώνες, στην Ελλάδα του 2024 μοιάζουν να έχουν γίνει και πάλι επίκαιρα. Ο ποινικός μιθριδατισμός της ελληνικής κοινωνίας, η οποία έχει συνηθίσει το δηλητήριο του ποινικού λαϊκισμού μετά από τόσες δόσεις, την οδηγεί στον όλεθρο κι όχι στην αυτοπροστασία της. Οι πολίτες, ζητώντας "αυστηροποίηση" και "παραδειγματικές" τιμωρίες, αποδέχονται να θυσιάσουν τις εγγυήσεις της ελευθερίας τους στον βωμό της τηλεθέασης. Ο Υπ. Δικαιοσύνης εξαγγέλει ακόμα μία εν θερμώ τροποποίηση του ποινικού δικαίου και μάλιστα κόντρα στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση του Ανθρώπου. Αλλά τί ξέρουν οι Ευρωπαίοι? Εδώ είναι Ελλάδα! Οι πολίτες, αντί να προβληματίζονται και να ανησυχούν, πρώτα για τους εαυτούς τους, που ο Ποινικός Κώδικας έχει τροποποιηθεί 15 φορές και ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας 20 φορές σε ούτε 5 χρόνια, φαίνεται να τις αποδέχονται και να τις υποστηρίζουν. Πώς γίνεται να μην έχουν αντιληφθεί ακόμα ότι τόσες δεκαετίες, εκείνοι που νομοθετούν "αυστηρότερα" νομοθετούν για τους πολίτες κι όχι για τους εαυτούς τους. Πώς γίνεται να μην έχουν καταλάβει ακόμα ότι νομοθέτες και Κυβέρνηση εξαιρούνται των "αυστηροποιήσεων" που ψηφίζουν? Πώς γίνεται να μην καταλαβαίνουν ότι το ποινικό δίκαιο δεν αφορά τους άλλους αλλά τους αφορά όλους? Η ευκολία με την οποία η κοινωνία υιοθετεί τα περί "αυστηροποίησης" των ποινών οφείλεται στην αντίληψη που έχει ότι το ποινικό δίκαιο αφορά τους άλλους. Μάλλον, δεν έχει γίνει ακόμα κατανοητό ότι αφορά τους πάντες και ιδίως τους πιο αδύναμους. Εκτός των κυβερνούντων. Αυτοί δεν υπάγονται σε κανέναν νόμο. Το μέλλον διαγράφεται σκοτεινό και δυσοίωνο. Στο άρθρο αυτό, με αφορμή την υπόθεση Λύτρα, εξετάζονται και αναλύονται ζητήματα τα οποία έχουν τέτοια σημασία που υπερβαίνουν το τί θα γίνει με τον Λύτρα. Δεν είναι θέμα του άρθρου αυτού ο Λύτρας αλλά τα ζητήματα που ανακύπτουν από την υπόθεση αυτή και αφορούν όλη την κοινωνία. Ζητήματα τα παρουσιάζονται ανεπαρκώς ή εντελώς λάθος από τα ΜΜΕ για να παραπληροφορήσουν την κοινωνία. Η προφυλάκιση δεν είναι προκαταβολή της ποινής και η τυχόν υποχρεωτικότητά της είναι ευθέως αντίθετη με την ΕΣΔΑ, όπως έχουν ήδη κρίνει τα δικαστήρια στο παρελθόν. Είναι μέτρο δικονομικού καταναγκασμού που εξυπηρετεί πολύ συγκεκριμένους σκοπούς. Η νομοθετικές εξαγγελίες περί ευκολότερης επιβολής προφυλάκισης είναι επικίνδυνη για όλους τους πολίτες κι όχι μόνο για κάποιους. Οι σωματικές βλάβες επιδέχονται διαβάθμισης και, όχι, δεν γίνεται να επιβληθεί θανατική ποινή για αυτές. Η αναλογικότητα της ποινής είναι κάτι που το έχουμε λύσει στην Ελλάδα εδώ και σχεδόν 200 χρόνια. Ο κανόνας είναι ότι οι χειροπέδες χρησιμοποιούνται μόνο όταν κάποιος είναι πιθανό να αποδράσει. Αν ζητάτε να γίνει κανόνας οι "χειροπέδες για όλους", τότε είστε θύματα παραπλάνησης από τους άσχετους που έχουν δημόσιο λόγο στα ΜΜΕ. Όχι, δεν μπορεί να γίνει πειθαρχικός έλεγχος των δικαστικών λειτουργών για την κρίση τους. Είναι ευθέως αντισυνταγματικό. Αν σας αρέσουν οι καμπάνιες περί αυστηροποίησης των ποινών, ανατρέξτε σε εφημερίδες της περιόδου 1967-1974 όπου θα βρείτε πολλές. Έκανε και η Χούντα τέτοιες καμπάνιες. Αν θεωρείτε ότι είναι μπούρδες η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), ζητείστε να αποχωρήσει η χώρα από το Συμβούλιο της Ευρώπης. Το έχει ξανακάνει αυτό. Επί Χούντας.

Ακολουθήστε μας στο mastodon, στο twitter και στο Facebook

Ο εξασφαλιστικός ρόλος του Ποινικού Δικαίου

Το ποινικό δίκαιο επιτελεί, εκτός των άλλων, και έναν εξασφαλιστικό - εγγυητικό ρόλο προστατεύοντας τις ατομικές ελευθερίες

Όπως σημείωνε εύστοχα ο Μαγκάκης: "το ποινικό δίκαιο προσλαμβάνει και μία άλλη λειτουργία που αποβλέπει στο να εξασφαλίσει το άτομο από το ίδιο το ποινικό δίκαιο, ακριβέστερα από την κατάχρησή του και που καλείται γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο "εξασφαλιστική του ατόμου από την αυθαιρεσία λειτουργία" [Γ. Α. Μαγκάκης (1979), "Ποινικό Δίκαιο" Τ1, σελ. 36]

Μπορεί να φαίνεται σχήμα οξύμωρο οτι το δίκαιο το οποίο "στέλνει κόσμο στην φυλακή", προστατεύει τις ατομικές ελευθερίεςΔεν είναι όμως πολύ μακρινές οι εποχές όπου κάποιος μπορούσε να βρεθεί σε ένα μπουντρούμι εντελώς αυθαίρετα επειδή "έτσι γούσταρε" το κράτος. 

Το ποινικό δίκαιο αναπτύχθηκε για να οριοθετήσει τον χώρο δράσης του κρατικού κατασταλτικού μηχανισμού. Το κράτος είναι εκείνο που διαθέτει τεράστιους πόρους και δυνάμεις για να συντρίψει τις ελευθερίες των πολιτών. Ο περιορισμός της αυθαιρεσίας του κρατικού μηχανισμού, στον χώρο του ποινικού δικαίου, γίνεται με την νομοθέτηση δικαιοκρατικών κριτηρίων ως προς την περιγραφή, την κατάφαση και την διαδικασία τιμώρησης των μορφών συμπεριφοράς οι οποίες εμπεριέχουν ιδιαίτερη κοινωνικοηθική απαξία.

Οι κανόνες του ποινικού δικαίου με το περιεχόμενό τους αλλά και την σαφή διαμόρφωσή τους αποβλέπουν και σε έναν άλλον, ιδιαίτερα σημαντικό σκοπό: να περιορίσουν το κράτος από καταχρήσεις σε βάρος των ατομικών ελευθεριών των πολιτών, στις οποίες αυτό ενδέχεται να προβεί με τη βοήθεια του "τρομερού όπλου της ποινής" [βλ. και Χρ. Μυλωνόπουλος (2020) Γενικό Ποινικό Δίκαιο, σελ. 49]

Η προστασία αυτή επιτυγχάνεται μέσα από ένα πλέγμα ρυθμίσεων με τις οποίες καταστρώνεται συγκεκριμένη και (κανονικά) απαραβίαστη διαδικασία η οποία οδηγεί στην επιβολή ποινής και στην στέρηση της ελευθερίας του ατόμου. 

Επομένως, απαραίτητη προϋπόθεση για να τιμωρηθεί κάποιος είναι προηγηθεί δίκη. Οποιαδήποτε παρέκκλιση από την υποχρέωση για καταδίκη ύστερα από δίκη, είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για όλη την κοινωνία. 

Τα όρια της ποινικής νομοθέτησης και αυτά καθορίζονται από ένα πλέγμα καταστατικών ρυθμίσεων, διεθνών συμβάσεων και αρχών. Με άλλα λόγια, ο νομοθέτης (ουσιαστικά η Κυβέρνηση) δεν μπορεί να νομοθετεί ανεξέλεγκτα ποινικό δίκαιο ("ό,τι γουστάρει") αλλά δεσμεύεται από το Σύνταγμα και διεθνείς συμβάσεις όπως η ΕΣΔΑ. Επομένως, έγκλημα είναι μόνο ό,τι καθορίζει αυστηρά ο νόμος ως τέτοιο και εφόσον περιγράφει ρητά και ξεκάθαρα τί ακριβώς πρέπει να διαπράξει ο αυτουργός. 

Υπήρχε εποχή κατά την οποία ο Βασιλιάς δεν δεσμεύονταν από Σύνταγμα ή άλλους κανόνες και μπορούσε να νομοθετήσει στην κυριολεξία ό,τι γούσταρε. Μάλιστα, όχι απλώς νομοθετούσε ό,τι γούσταρε (όπερ αρεση) αλλά ο ίδιος δεν υπάγονταν στους νόμους που έφτιαχνε. Δηλαδή, το ακριβώς αντίθετο από την αρχή του κράτους δικαίου

Σύμφωνα με την αρχή του κράτους δικαίου, αφενός ο νομοθέτης δεν μπορεί να νομοθετήσει ό,τι θέλει αλλά υπάρχει νόμος που του θέτει όρια (πχ Σύνταγμα, ΕΣΔΑ κλπ) και αφετέρου ακόμα και οι νομοθέτες (Βουλευτές, Υπουργοί, ΠτΔ) υπάγονται στον νόμο που ψηφίζουν. 

Υποτίθεται ότι και αυτά τα ζητήματα έχουν λυθεί εδώ και μερικούς αιώνες. Τηρούνται όμως ή μήπως είναι συνηθισμένο να εξαιρούνται πχ οι Υπουργοί ποινικών ευθυνών?

Αλλά και αυτές ταύτες οι ρυθμίσεις του ουσιαστικού ποινικού δικαίου πρέπει να χαρακτηρίζονται από σαφήνεια και να έχουν όσο πιο στενό περιεχόμενο γίνεται. Ώστε να παρεμποδίζουν την υπαγωγή σε αυτές, μορφές συμπεριφοράς καθόλα θεμιτές ή και αδιάφορες για μια φιλελεύθερη δημοκρατία. Και κατ' επέκταση, να εμποδίζουν την αυθαίρετη και καταχρηστική άσκηση της κρατικής εξουσίας που γίνεται, όχι χάριν της κοινωνικής ειρήνης, αλλά για την εξυπηρέτηση ανομολόγητων σκοπών. 

Επομένως, έγκλημα είναι μόνο ό,τι καθορίζει αυστηρά ο νόμος ως τέτοιο και εφόσον περιγράφει ρητά και ξεκάθαρα τί ακριβώς πρέπει να διαπράξει κάποιος. Για παράδειγμα, στην κλοπή, ο νόμος (372ΠΚ) δεν λέει γενικά και αόριστα ότι όποιος κλέβει τιμωρείται. Περιγράφει επακριβώς τί θεωρείται κλοπή (αφαίρεση ξένου κινητού πράγματος από την κατοχή άλλου με σκοπό την παράνομη ιδιοποίησή του). Σε άλλη περίπτωση, το κράτος θα μπορούσε να ερμηνεύει ως κλοπή και οποιαδήποτε συμπεριφορά που δεν είναι τέτοια, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει οποιοσδήποτε να βρεθεί στην φυλακή. Τα ίδια ισχύουν και για τις ποινές οι οποίες πρέπει να είναι εκ των προτέρων καθορισμένες και σαφείς. Πράγματα γνωστά ήδη από τον Ποινικό Νόμο του 1834.

Αυτή είναι λοιπόν η έννοια της προστασίας της ελευθερίας μέσω του ποινικού δικαίου. Θέτει όρια και περιορίζει την εξουσία του κράτους, το οποίο έχει την δύναμη και την ισχύ να συντρίψει τον πολίτη. 

Ποινικός Μιθριδατισμός

Είναι εξαιρετικά προβληματική η ευκολία με την οποία μια κοινωνία απεμπολεί, ελαφρά τη καρδία, αρχές και διαδικασίες οι οποίες έχουν τεθεί για να την προστατέψουν από την κρατική αυθαιρεσία, όπως εξηγείται παραπάνω. Είναι εντυπωσιακή η ευκολία με την οποία οι πολίτες θέτουν τους εαυτούς τους στην διάθεση του κράτους ως σκεύη και ως μέσα προς εξυπηρέτηση ανομολόγητων σκοπών που σχετίζονται, όχι με το εγκληματικό φαινόμενο, αλλά πρωτίστως με εκλογικά οφέλη. Είναι αδιανόητη η ελαφρότητα με την οποία αποδέχονται ή και επιζητούν την κατάργηση του πλαισίου το οποίο έχει τεθεί για την προστασία τους

Αυτό το οξύμωρο, αυτή η εθελοδουλία, βρίσκει έρεισμα στην λανθασμένη πεποίθηση των πολιτών ότι το ποινικό δίκαιο "αφορά τους άλλους". Νιώθουν οι πολίτες ότι εξαιρούνται οι ίδιοι του ποινικού δικαίου και ότι αυτό αφορά μόνο "την κατσίκα του γείτονα". Έχουν την λανθασμένη πεποίθηση ότι έγκλημα είναι μόνο οι βιασμοί, οι ληστείες και οι ανθρωποκτονίες. Αγνοούν ότι είναι έγκλημα και μια εξύβριση, μια φθορά ξένης ιδιοκτησίας ή η διατάραξη της κοινής ησυχίας. Αγνοούν ότι μπορούν και οι ίδιοι να βρεθούν στην φυλακή και μάλιστα με σχετική ευκολία πλέον, λόγω των "αυστηροποιήσεων" τις οποίες υποστήριζαν. Θεωρούν ότι οι αυστηρές ποινές και οι χαλαρές προϋποθέσεις με τις οποίες μπορεί εύκολα να βρεθούν στην φυλακή, αφορούν τους άλλους και όχι τους ίδιους. Η κοινωνία θέλει κρεμάλες και θανατικές ποινές για τους άλλους. Έχει ποτιστεί με το δηλητήριο του ποινικού λαϊκισμού που της προσφέρουν, σταγόνα την σταγόνα, Κυβέρνηση και ΜΜΕ και έχει αποκτήσει πλέον ανοσία.

Το φαινόμενο του ποινικού Μιθριδατισμού έχει εξήγηση. Επειδή οι πολίτες δεν έχουν ίδια άποψη για το ποινικό δίκαιο, υιοθετούν αυτήν που τους μεταφέρουν τα ΜΜΕ. Τα οποία συνήθως μεταφέρουν λαϊκίστικες απόψεις ανθρώπων οι οποίοι είναι ανεπαρκείς και εντελώς άσχετοι όχι μόνο με το ποινικό δίκαιο αλλά και με οποιοδήποτε δίκαιο. Και για τον λόγο αυτό διασπείρουν τρομακτικές ανακρίβειες, τις οποίες δεν μπορούν να τις εντοπίσουν οι πολίτες λόγω έλλειψης γνώσεων. Τα ΜΜΕ τροφοδοτούν τους πολίτες με μια συνεχή ροή από απλές και κατανοητές πλην όμως ανακριβείς και αντιεπιστημονικές απαντήσεις σε σύνθετα και πολύπλοκα ζητήματα. Οι πολίτες δείχνουν εμπιστοσύνη στα ΜΜΕ. Στο τέλος, η απλότητα αυτή που προσφέρουν τα ΜΜΕ κάνει τους πολίτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι έγιναν αυτοδίδακτοι νομικοί. Ότι έχουν την λύση που οι επιστήμονες απέτυχαν να βρουν. Η λύση γα το εγκληματικό φαινόμενο είναι προφανής: η αυστηροποίηση των ποινών. Τόσο απλά, τόσο κατανοητά. Τί διαφωνούν οι επιστήμονες? Σπούδασαν τόσα χρόνια και δεν βλέπουν το προφανές? Οι πολίτες πιστεύουν ότι έμαθαν νομικά και ότι βρήκαν την λύση που υποδεικνύει η "απλή λογική". Τί έφταιγε για την οικονομική κρίση? Μα, φυσικά, η τεμπελιά των Ελλήνων. Απλή λογική! Τί χρειάζεται για την πρόληψη του εγκλήματος? Μα, φυσικά, δρακόντειες ποινες! Απλή λογική! Σαν αυτήν που επικρατεί στην Σαουδική Αραβία, στο Ιράν και στο Αφγανιστάν! Αυτές οι χώρες είναι πλέον το μέτρο σύγκρισης. 

Βέβαια, τα νομικά είναι επιστήμη. Δεν είναι το ίδιο με το να μάθει κανείς αυτοδίδακτα κιθάρα ή μπουζούκι. Είναι πιο περίπλοκα και τεχνικά τα πράγματα, όπως σε κάθε επιστήμη. Σίγουρα όμως, δεν είναι επιστήμη η απλότητα που προσφέρουν τα ρεπορτάζ, ούτε είναι ακαδημαϊκά ιδρύματα (ακόμα) τα ΜΜΕ. 

Οι πολίτες θα έπρεπε να αντιμετωπίζουν με δυσπιστία οποιαδήποτε εξουσία, ακόμα και αυτήν των ΜΜΕ. Κάθε εξουσία εξυπηρετεί σκοπούς και συμφέροντα που δεν ταυτίζονται με τα συμφέροντα των πολιτών. Η καλλιέργεια κλίματος για αλλαγές προς την κατεύθυνση της συρρίκνωσης της ελευθερίας, εξυπηρετεί ξένους προς την κοινωνία σκοπούς. Μπορεί για κάποιους ο σκοπός να είναι η τηλεθέαση, για άλλους οι ψήφοι και για κάποιους άλλους οι απευθείας αναθέσεις. 

"Η συντριπτική όμως πλειονότητα των ανθρώπων που συμμετέχει στην εκπόρευση αυτής της επικαλουμένης κοινής γνώμης δεν διαθέτει ούτε προσωπική, ούτε επακριβή ούτε επιστημονική γνώση. Γνωρίζει τα της ποινικής δικαιοσύνης από την σκανδαλοθηρική παραπληροφόρηση, τη δραματοποίηση και την σκόπιμη αρνητική φόρτιση του δημοσιογραφικού ρεπορτάζ" έγραφε ο αείμνηστος εισαγγελέας Βασίλειος Παπαδάκης το 1985

Ποια είναι η στάση και η αντίληψή σας για το Ποινικό Δίκαιο στην Ελλάδα? Αφιερώστε 5 λεπτά από τον χρόνο σας για να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιό μας εδώ.

Προφυλάκιση: Μια καταδίκη χωρίς δίκη

"Η τιμή και η ελευθερία εισί τα πολυτιμότατα των αγαθών του ανθρώπου, άρα ή και προς ώραν αποστέρησις αυτών εστι πράξις επαχθεστάτη εάν άδικος [..] Αλλ' η προφυλάκισις ουκ έστι ποινή, άτε ποινής ουδόλως χωρούσης προ της βεβαιώσεως του αδικήματος, η δε βεβαίωσις μόνον εξ οριστικής και αμετακλήτου καταδικαστικής αποφάσεως προσγίγνεται" [Νικ. Σαρίπολος (1871) "Συστημα της εν Ελλάδι ισχύουσας Ποινικής Νομοθεσίας", Τ4 σελ 361, 364]

"Μα, έκανε κάτι τόσο σοβαρό και θέλετε να κυκλοφορεί ελεύθερος?" λένε με τρομερή απλότητα και περισπούδαστο ύφος οι νομικώς άσχετοι πανελίστες. Για να πούν τί? Ότι κάποιος που έκανε ένα σοβαρό αδίκημα πρέπει να τιμωρηθεί εδώ και τώρα με την επιβολή προφυλάκισης. Έστω και χωρίς δίκη.

Η προφυλάκιση και η ευκολία για να βρεθεί κάποιος προφυλακισμένος, δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με χαλαρότητα. Όπως αναλύεται παραπάνω, δεν αφορά μόνο τους άλλους. Αφορά τους πάντες. Ίσως και ο Λύτρας να πίστευε ότι είναι κάτι που δεν τον αφορά. Καμιά φορά όμως, δεν ξέρουμε πως τα φέρνει η ζωή. 

Τα ΜΜΕ καλλιεργούν στους πολίτες την ψευδαίσθηση ότι η προφυλάκιση είναι κάτι σαν μια άμεση και γρήγορη τιμωρία του δράστη. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα. Και δεν πρέπει να είναι. Η προφυλάκιση δεν είναι καταδίκη, πολλώ δε μάλλον ποινή. Η προφυλάκιση εξυπηρετεί 2 σκοπούς: αφενός να μην αποφύγει ο κατηγορούμενος την ποινική διαδικασία και την έκτιση της ποινής μέσω της φυγής και αφετέρου να μην διαπράξει νέα εγκλήματα. Παρακάτω παρατίθενται αναλυτικά τα κριτήρια για να επιβληθεί.

Η προσωρινή κράτηση είναι το επαχθέστερο μέτρο δικονομικού καταναγκασμού. Η επιβολή αυτού του μέτρου, εκτός από τα δυσμενή αποτελέσματα, τα οποία επιφέρει κάθε στέρηση της προσωπικής ελευθερίας, όπως κυρίως η αποκοπή του κατηγορουμένου από την οικογενειακή, κοινωνική και επαγγελματική ζωή του, καθώς και η προκαλούμενη βαρύτατη προσβολή της προσωπικότητάς του, έρχεται σε θεμελιακή αντίφαση προς το τεκμήριο της αθωότητας, αντίφαση που λαμβάνει δραματικό χαρακτήρα στις περιπτώσεις όπου ο στερούμενος την προσωπική του ελευθερία αθωώνεται μεταγενέστερα από την κατηγορία εναντίον του. [βλ. Σπ. Καραμολέγκος ΕισΠρωτ (2017) "Σύγχρονα ζητήματα προσωρινής κράτησης" σελ. 1]

Από την άλλη, η φύση της ποινής (τιμωρίας: φυλάκισης, κάθειρξης κλπ) δεν ταυτίζεται με την φύση της προσωρινής κράτησης

Η ποινή είναι εκδήλωση της ιδιαίτερης αποδοκιμασίας της έννομης τάξης σε εκείνον που διέπραξε το αδίκημα*, επιβάλλεται από τα αρμόδια όργανα της πολιτείας, δηλ. από τα Δικαστήρια με την τήρηση μιας αυστηρώς καθορισμένης διαδικασίας η οποία αποκαλείται δίκη [* Χρ. Μυλωνόπουλος (2020) Γενικό Ποινικό Δίκαιο, σελ. 70]. Απαραίτητη προϋπόθεση για να επιβληθεί ποινή, εδώ και μερικούς αιώνες, είναι να έχει προηγηθεί δίκη. Υποτίθεται ότι και αυτό το ζήτημα έχει επιλυθεί και δεν θεωρείται ανοιχτό στην Ελλάδα, εδώ και 200 χρόνια τουλάχιστον.

Η προσωρινή κράτηση επιβάλλεται σε ένα πολύ πρώιμο στάδιο της ποινικής διαδικασίας και σίγουρα χωρίς να έχει γίνει ακόμα δίκη. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να είναι το ισοδύναμο μίας καταδίκης πολλώ δε μάλλον της επιβολής ποινής. 

Όποιος δέχεται με ευκολία να χαλαρώσουν οι προϋποθέσεις για να προφυλακίζονται ευκολότερα οι κατηγορούμενοι, δέχεται και για τον εαυτό του να βρεθεί στην φυλακή χωρίς καν δίκη

Η προσωρινή κράτηση δεν είναι και δεν πρέπει να είναι μια προκαταβολή της ποινήςΗ προσωρινή κράτηση δεν έχει τιμωρητικό αλλά αυστηρώς δικονομικό χαρακτήρα και πρέπει να εξαντλείται στην προώθηση των σκοπών της ποινικής δίκης. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αποτελεί έκφραση ιδιαίτερης αποδοκιμασίας της έννομης τάξης για ό,τι κατηγορείται πως έκανε ο δράστης. [βλ. Νικ. Ανδρουλάκης (2007) "Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης", σελ. 343]. Σε κάθε περίπτωση όμως πρόκειται για στέρηση της ελευθερίας του κατηγορουμένου χωρίς προηγούμενη δίκη και έκδοση δικαστικής απόφασης. 

Η στέρηση της προσωπικής ελευθερίας, με βάση ενδείξεις ενοχής και χωρίς να προηγηθεί η διεξαγωγή μιας δίκης, δύσκολα μπορεί να συμβιβαστεί με το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου. Η προσωρινή κράτηση αποτελεί βαρειά προσβολή της αξίας του ανθρώπου. Η επιβολή της, λοιπόν, πρέπει να αποτελεί το τελευταίο και απολύτως αναγκαίο, για την προστασία της κοινωνίας μέτρο. Εκτιμώντας κανείς τα στατιστικά δεδομένα των προσωρινώς κρατουμένων και αξιολογώντας τις περιπτώσεις κατά τις οποίες τα αρμόδια δικαστικά όργανα αποφάσιζαν την επιβολή προσωρινής κρατήσεως καταλήγει στην θλιβερή διαπίστωση ότι με μεγάλη ευκολία επέβαλαν προσωρινή κράτηση και όταν ακόμη αρκούσε η επιβολή μόνο περιοριστικών όρων. Η εκ μέρους των αρμόδιων δικαστικών οργάνων κατάχρηση  της διακριτικής ευχέρειας τους να επιβάλλουν ή μη προσωρινή κράτηση ανάγκασε το νομοθέτη να περιορίσει δραματικά τις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιτρέπεται η επιβολή προσωρινής κρατήσεως. [Εγκύκλιος Εισαγγελέα Αρείου Πάγου 18/1996]

Σκοπός προσωρινής κράτησης

"Σκοπός τής προφυλακίσεως, ώς άνωτέρω έμνήσθημεν, είναι ή έξασφάλισις του υπόπτου κατά πάσης ένδεχομένης άποδράσεως, και ή διευκόλυνσις τής άνακρίσεως" [Κων. Κωστής (1883) "Εγχειρίδιον της Ποινικής Δικονομίας", σελ. 448]

"Θέλετε να πείτε ότι μπορεί κάποιος να χτυπάει την γυναίκα του και να κυκλοφορεί ελέυθερος σαν να μην έγινε τίποτα?" λένε ξανά και ξανά στα ΜΜΕ νομικά αδαείς πανελίστες που δεν καταλαβαίνουν τις έννοιες που μεταχειρίζονται. Απευθύνονται σε ένα κοινό που επίσης δεν κατανοεί όσα βλέπει να εξελίσσονται με ραγδαίους ρυθμούς. Το κοινό περιβάλλει με εμπιστοσύνη τους δημοσιογράφους και τους θεωρεί γνώστες όσων λένε, ενώ η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. 

Η προσωρινή κράτηση δεν είναι ούτε καταδίκη ούτε προκαταβολή της ποινής. Ο σκοπός τον οποίο εξυπηρετούν τα μέτρα δικονομικού καταναγκασμού (περιοριοριστικοί όροι, προφυλάκιση κλπ) δεν είναι και δεν μπορεί να είναι τιμωρητικός. Κάτι τέτοιο, όχι μόνο θα παραβίαζε το Σύνταγμα, διότι θα ήταν ποινή χωρίς δίκη, αλλά και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. 

Η προσωρινή κράτηση επιβάλλεται στο στάδιο της κύριας ανάκρισης από τον Ανακριτή, ο οποίος είναι δικαστής. Το στάδιο της κύριας ανάκρισης είναι στάδιο της προδικασίας και ως εκ τούτου προηγείται της δίκης. Επομένως, η διαδικασία ενώπιον του Ανακριτή μετά την απολογία του κατηγορουμένου δεν είναι δίκη αλλά ούτε κρίνεται η ενοχή ή η αθωότητα του. Δεν καταδικάζεται ή αθωώνεται ο κατηγορούμενος από Ανακριτή και Εισαγγελέα. Η προσωρινή κράτηση δεν επιβάλλεται ως τιμωρία σε κάποιον ο οποίος είναι ένοχος, αφού ακόμη δεν έχει κριθεί περί της ενοχής ή της αθωότητάς του. Σκοπός των μέτρων δικονομικού καταναγκασμού (προσωρινή κράτηση, περιοριστικοί όροι κλπ) είναι, κατά το άρθρο 282 παρ. 2 ΚΠΔ:

(α) να αποτραπεί ο κίνδυνος τέλεσης νέων εγκλημάτων και 

(β) να εξασφαλιστεί ότι εκείνος στον οποίο επιβλήθηκαν θα παραστεί οποτεδήποτε στην ανάκριση ή στο δικαστήριο και θα υποβληθεί στην εκτέλεση της απόφασης.

Ποια είναι η στάση και η αντίληψή σας για το Ποινικό Δίκαιο στην Ελλάδα? Αφιερώστε 5 λεπτά από τον χρόνο σας για να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιό μας εδώ.

Προϋποθέσεις προσωρινής κράτησης

Για να επιβληθεί η προφυλάκιση θα πρέπει να συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις:

1. Να έχει διαπραχθεί οποιοδήποτε κακούργημα ή αποκλειστικά το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια 302ΠΚ σε συρροή. Επομένως, δεν επιτρέπεται η επιβολή προσωρινής κράτησης για οποιοδήποτε πλημμέλημα. 

2. Ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία με την οποία να αιτιολογούνται (α) γιατί δεν επαρκούν τα υπόλοιπα μέτρα δικονομικού καταναγκασμού (περιοριστικο όροι, περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση) (β) η ύπαρξη σοβαρών ενδείξεων ενοχής (γ) ο σκοπός φυγής και (δ) η πιθανότητα τέλεσης νέων αξιόποινων πράξεων [βλ. ενδ. ΑΠ 297/2007]

Επομένως, το ένταλμα της επιβολής προσωρινής κράτησης για να είναι ειδικά και εμπερισταστωμένα αιτιολογημένο οφείλει να περιέχει - με την αντίστοιχη σειρά πειστική αιτιολογία γιατί α) δεν αφέθηκε ελεύθερος ο κατηγορούμενος, β) δεν του επιβλήθηκαν περιοριστικοί όροι και γ) δεν του επιβλήθηκε ο κατ ́οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση [Αργ. Καρράς (2020) "Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο" σελ. 551]

3. Γραπτή σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα (288 παρ. 1 ΚΠΔ)

4. Να υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής τόσο υψηλού βαθμού ώστε να μπορούν αποδεικτικά να στηρίξουν την καταδίκη του κατηγορουμένου [βλ. Γ. Πλαγάκος (2021) "Ο Ανακριτής", σελ. 656]

Η ύπαρξη αμφιβολιών όσον αφορά τη συνδρομή «σοβαρών» ενδείξεων ενοχής για τη διάταξη προσωρινής κράτησης ή περιοριστικών όρων του κατηγορουμένου θα πρέπει να οδηγεί στην άφεση ελεύθερου του κατηγορουμένου χωρίς όρους [Αργ. Καρράς (2020) "Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο" σελ. 28]

5. Σκοπός φυγής, δηλαδή βούληση αποφυγής της ποινικής διαδικασίας, που προκύπτει ΜΟΝΟ 

- αν ο κατηγορούμενος δεν έχει γνωστή διαμονή στην χώρα ή 

- έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει την φυγή του ή 

- κατά το παρελθόν υπήρξε φυγόποινος ή φυγόδικος ή 

- κρίθηκε ένοχος για απόδραση κρατουμένου ή παραβίαση περιορισμών διαμονής 

και από την συνδρομή των ανωτέρω στοιχείων προκύπτει σκοπός φυγής του.

6. Πιθανότητα τέλεσης νέων εγκλημάτων όπως προκύπτει από προηγούμενες αμετάκλητες καταδίκες του για ομοειδείς αξιόποινες πράξεις

Δεν αρκούν οι σοβαρές ενδείξεις ενοχής 

Εξάλλου, ακόμα και εάν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του κατηγορουμένου για το ποινικό αδίκημα για το οποίο κατηγορείται, μπορεί να μην επιβληθούν μέτρα δικονομικού καταναγκασμού εάν δεν συντρέχει τουλάχιστον μία από τις λοιπές ουσιαστικές προϋποθέσεις ήτοι κίνδυνος φυγής ή τέλεσης νέων εγκλημάτων [βλ. Γ. Πλαγάκος (2021) "Ο Ανακριτής", σελ. 599]. 

Συνεπώς, δεν αρκούν οι σοβαρές ενδείξεις ενοχής από μόνες τους για την επιβολή προσωρινής κράτησης, εάν δεν συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις για την επιβολή μέτρων δικονομικού καταναγκασμού. Δηλαδή, για να επιβληθεί η προσωρινή κράτηση θα πρέπει να προκύπτει και κίνδυνος φυγής ή τέλεσης νέων εγκλημάτων. 

Η ομολογία δεν είναι λόγος προφυλάκισης

Μόλις που χρειάζεται να επισημανθεί ότι το τεκμήριο αθωότητας δεν αναιρείται επειδή ο κατηγορούμενος ομολόγησε την πράξη του. 

Συνέπεια της επισήμανσης αυτής είναι ότι εκείνος που ομολόγησε την πράξη του δεν μπορεί να θεωρηθεί ήδη καταδικασμένος. Η ομολογία εκτιμάται ελευθέρως, όπως και τα λοιπά αποδεικτικά μέσα [βλ. ενδεικτικά ΑΠ 1031/2002].

Συνεπώς, η προσωρινή κράτηση κάποιου ο οποίος έχει ομολογήσει το έγκλημά του, δεν δύναται να εξισωθεί με έκτιση ποινής επειδή ομολόγησε. 

Πολλώ δε μάλλον να επιβληθεί η προφυλάκιση βασισμένη αποκλειστικά στην ομολογία του κατηγορουμένου αφού, όπως ήδη αναφέρθηκε, η προφυλάκιση δεν συνιστά ποινή ή προκαταβολή της ποινής. Πρέπει να συντρέχει και κίνδυνος φυγής ή τέλεσης νέως εγκλημάτων.

Εξάλλου, ακόμα και εάν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του κατηγορουμένου για το ποινικό αδίκημα για το οποίο κατηγορείται, μπορεί να μην επιβληθούν μέτρα δικονομικού καταναγκασμού εάν δεν συντρέχει τουλάχιστον μία από τις λοιπές ουσιαστικές προϋποθέσεις ήτοι κίνδυνος φυγής ή τέλεσες νέων εγκλημάτων [βλ. Γ. Πλαγάκος (2021) "Ο Ανακριτής", σελ. 599]. 

Συνεπώς, δεν αρκεί η ομολογία της πράξης για την επιβολή προσωρινής κράτησης, εάν δεν συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις για την επιβολή μέτρων δικονομικού καταναγκασμού. 

Ούτε όμως αρκεί η βαρύτητα της πράξης, ως μόνη προϋπόθεση, για την επιβολή προσωρινής κράτησης, όπως προβλέπει ρητά το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. 

Ενδεικτικά, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου* (ΕΔΔΑ) έχει αποφανθεί ότι:

51.  Το Δικαστήριο σημειώνει ότι ο S. είχε ομολογήσει το έγκλημα δύο φορές και ότι, σύμφωνα με τις προσφεύγουσες εταιρείες (βλ. παράγραφο 32 ανωτέρω), ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε πλέον να επωφεληθεί από το τεκμήριο αθωότητας. Ωστόσο, η ομολογία από μόνη της δεν αίρει την προστασία του τεκμηρίου αθωότητας. Σύμφωνα με το άρθρο 6 § 2 της Σύμβασης, όλοι όσοι κατηγορούνται για ποινικό αδίκημα πρέπει να θεωρούνται αθώοι μέχρις ότου αποδειχθεί η ενοχή τους σύμφωνα με το νόμο. Το Δικαστήριο αναγνωρίζει ότι μια ομολογία μπορεί, υπό ορισμένες συνθήκες, να έχει αντίκτυπο στη στάθμιση των ανταγωνιστικών δικαιωμάτων, όπως παρατήρησε το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο (αριθ. 1 BvR 3048/11, βλ. παράγραφο 23 ανωτέρω). Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση, το Δικαστήριο είναι ικανοποιημένο ότι ο προεδρεύων δικαστής έλαβε υπόψη του το γεγονός ότι οι δηλώσεις του S. και η αξιοπιστία τους έπρεπε να αξιολογηθούν στο τέλος της κύριας ακροαματικής διαδικασίας, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, και όχι πριν από την έναρξή της. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο καθώς ο Σ. έπασχε από σχιζοειδή διαταραχή προσωπικότητας, σύμφωνα με την έκθεση ψυχιατρικού εμπειρογνώμονα που εξασφάλισε το γραφείο του εισαγγελέα. Το ποινικό δικαστήριο έπρεπε να εξετάσει προσεκτικά την ομολογία προκειμένου να βεβαιωθεί ότι ήταν ακριβής και αξιόπιστη.

[Axel Springer SE και RTL Television GmbH κατά Γερμανίας 2017 (αρ. 51405/12)]

Βέβαια, υπάρχει πάντοτε και η επιλογή να αποχωρήσει η Ελλάδα από το Συμβούλιο της Ευρώπης ώστε να απαλλαγεί από τον ξενόφερτο "άκρατο δικαιωματισμό". Είναι κάτι που έχει ξαναγίνει

Η βαρύτητα του εγκλήματος δεν είναι λόγος για προφυλάκιση

"Μα, έκανε κάτι τόσο βαρύ και θα κυκλοφορεί ελέυθερος?", επαναλαμβάνεται καθημερινά στα ΜΜΕ. 

Ούτε όμως και η βαρύτητα της πράξης αρκεί, ως μοναδική προϋπόθεση, για την επιβολή προσωρινής κράτησης, όπως προβλέπει ρητά το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 286 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. 

Δηλαδή, για να προφυλακιστεί κάποιος, δεν αρκεί το ότι διέπραξε ένα πολύ σοβαρό αδίκημα αφού, όπως ήδη αναλύθηκε, με την προφυλάκιση δεν επιβάλλεται ποινή και δεν συνιστά τιμωρία του κατηγορουμένου. Επομένως, θα πρέπει να συντρέχουν και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις ήτοι κίνδυνος φυγής ή τέλεσης νέων εγκλημάτων. 

Τούτο προβλέπεται ρητά στο τελευταίο εδάφιο του άρθρου 286 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αλλά προκύπτει και από το άρθρο 5 της ΕΣΔΑ, όπως έχει κρίνει με αποφάσεις του το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου [Tomasi εναντίον Γαλλίας 1992 12850/87 σκέψη 98, Latellier κατά Γαλλίας 1991 12369/86 σκέψη 43]

Επομένως, είναι προβληματική και κόντρα στην νομολογία του ΕΔΔΑ η ρύθμιση του άρθρου 18 παρ. 1 του Ν. 3500/2006, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 127 του Ν. 5090/2024, με την οποία προστέθηκαν για πρώτη φορά κριτήρια για την επιβολή των περιοριστικών όρων σε εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας, μεταξύ των οποίων και η βαρύτητα της πράξης. Μπορείτε να βρείτε το σχετικό υλικό για τον Ν. 5090/2024 στο άρθρο μας Ποινικός Κώδικας 2024: Δημοσιεύτηκε ο Ν. 5090/2024 ο οποίος τροποποιεί τον Ποινικό Κώδικα για 14η φορά

Αν θεωρείτε ότι αρκεί μόνο η βαρύτητα της πράξης για να επιβληθεί προφυλάκιση, δεν χρειάζεται να συνεχίσετε να διαβάζετε παρακάτω. Αν διαφωνείτε με την ΕΣΔΑ, μπορείτε να ζητήσετε να αποχωρήσει η Ελλάδα από το Συμβούλιο της Ευρώπης, όπως έκανε και η Χούντα το 1969. 

Η περίπτωση του "πατροκτόνου" στα Καλύβια

Λίγους μήνες πριν, τον Δεκέμβριο του 2023, ένας 16χρονος στα Καλύβια σκότωσε τον κακοποιητικό πατέρα του. 

Ανακριτής και εισαγγελέας (ορθώς) όχι απλώς δεν επέβαλλαν προφυλάκιση αλλά ούτε καν περιοριστικούς όρους αφού δεν διέκριναν κίνδυνο φυγής ή διάπραξης νέων εγκλημάτων.

Δεν κινήθηκε τότε η πειθαρχική διαδικασία κατά των δικαστικών λειτουργών που άφησαν ελεύθερο τον ανήλικο δράστη για ένα τόσο σοβαρό κακούργημα. Αλλά και η κοινή γνώμη υποδέχτηκε με ανακούφιση το γεγονός ότι δεν προφυλακίστηκε. Δεν ήταν βαρύ το έγκλημα τότε? Μήπως επιβεβαιώνεται ότι η βαρύτητα του εγκλήματος δεν αρκεί για την προφυλάκιση? Γιατί έδειξε η κοινή γνώμη τέτοια ευελιξία τότε?

"Μα, το κακοποιούσε το παιδί". Ναι, πράγματι, ο πατέρας είχε κακοποιητική συμπεριφορά. Αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός ότι τα εγκλήματα πρέπει να καταγγέλλονται στις δικαστικές αρχές κι όχι να παίρνουν οι πολίτες τον νόμο στα χέρια τους. Εξάλλου, από τα ρεπορτάζ, δεν προκύπτει ότι το έγκλημα έγινε σε άμυνα ώστε να γίνει άρση του αδίκου. Αλλά και σε βαρμό ψυχικής ορμής να έγινε, δικαιολογείται μειωμένη ποινή κι όχι το να μείνει ατιμώρητος.

Η εξήγηση για την στάση της κοινής γνώμης είναι ότι προσεγγίζουν τα θέματα με συναισθηματισμό κι όχι τεχνικά. Οι ίδιοι που υποστήριζαν την "αυστηροποίηση" των ποινών, είχαν ταχθεί υπέρ του να αφεθεί ελεύθερος ο ανήλικος δράστης.

Για την ιστορία, το άρθρο 299 του Ποινικού Κώδικα του 2019 περί ανθρωποκτονίας, που τόσο χλευάστηκε, προέβλεπε ως πλαίσο ποινής όχι αποκλειστικά την ισόβια κάθειρξη, όπως συμβαίνει σήμερα, αλλά και δυνατότητα επιβολής κάθειρξης 10-15 ετών. 

Μετά την δολοφονία στα Γλυκά Νερά, τα πρωϊνάδικα κατήγγειλαν την υπέρμετρη "χαλαρότητα" του Ποινικού Κώδικα του 2019. "Αν είναι δυνατόν για ένα τόσο βαρύ έγκλημα να προβλέπεται ποινή 10-15 έτη!" έλεγαν οι άσχετοι περί το ποινικό δίκαιο πανελίστες. 

Έτσι, το άρθρο 299ΠΚ τροποποιήθηκε με τον Ν. 4855/2021, απαλείφθηκε η κάθειρξη 10-15 έτων και έμεινε ως μόνη ποινή η ισόβια κάθειρξη. 

Χειροκροτούσαν τότε στα πρωϊνάδικα και στα μεσημεριανάδικα για τον Υπουργό Δικαιοσύνης ο οποίος κέρδισε την μάχη κατά της εγκληματικότητας. Εξάλλου, από τότε που έγινε αυτή η "αυστηροποίηση" δεν ξανά έγινε ανθρωποκτονία στην Ελλάδα. Εξαλείφθηκαν.

Ας σημειώσουν, λοιπόν, οι υπέρμαχοι της αυστηροποίησης ότι το πλαίσιο ποινής κάθειρξης 10-15 ετών υπήρχε για αυτές ακριβώς τις περιπτώσεις όπως του κακοποιητικού συζύγου. 

Με την "αυστηροποίηση", ο 16χρονος θα βρεθεί στο δικαστήριο με βάση την αποκλειστική ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Εάν ξεκινούσε με βάση το πλαίσιο ποινής 10-15 έτη κάθειρξης, με την κατάφαση ελαφρυντικών, θα μπορούσε να μειωθεί αρκετά η τελική ποινή που θα του επιβληθεί. Σημειώστε όμως, ότι με τον Ν. 5090/2024 ("νόμος Φλωρίδη") καταργήθηκε και η διπλή μείωση της ποινής όταν συντρέχουν περισσότερα ελαφρυντικά. Αυτά τα αποτελέσματα υποστήριξαν η "κοινή γνώμη" και οι θιασώτες της "αυστηροποίησης". Εκεί έστρεψαν την κοινωνία τα πρωϊνάδικα. 

Κανένα έγκλημα, καμία ποινή χωρίς δίκη

Τα ΜΜΕ έχουν καλλιεργήσει στην κοινωνία την λανθασμένη εντύπωση ότι η προσωρινή κράτηση (προφυλάκιση) είναι μία περίπου δίκη και καταδίκη του κατηγορουμένου. 

Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιούν συχνά και την γελοία έκφραση "δεν έπεισε ανακριτή και εισαγγελέα". Για να δημιουργήσουν την ψευδή εντύπωση ότι δήθεν κρίνεται η αθωότητα ή η ενοχή του κατηγορουμένου, ο οποίος τάχα δικάζεται από τον ανακριτή. Και ότι επειδή ο κατηγορούμενος δεν έπεισε ανακριτή & εισαγγελέα για την αθωότητά του, προφυλακίζεται. 

Η αρχή nullum crimen nulla poena sine processu (κανένα έγκλημα, καμία ποινή χωρίς δίκη) είναι μία κατάκτηση του δυτικού πολιτισμού και της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Δεν έπεσε από τον ουρανό. Κερδήθηκε με πολυετείς διεργασίες και αγώνες. Είναι ανεπίτρεπτος και επικίνδυνος για την Δημοκρατία ο παραμερισμός της στο πλαίσιο της δημιουργίας εντυπώσεων, ακόμα και εάν συμφωνεί με αυτήν την εξέλιξη ο όχλος. Εξάλλου, τα δικαιώματα και οι ελευθερίες δεν τίθενται στην αρχή της πλειοψηφίας.

Ποια είναι η στάση και η αντίληψή σας για το Ποινικό Δίκαιο στην Ελλάδα? Αφιερώστε 5 λεπτά από τον χρόνο σας για να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιό μας εδώ.

Δημιουργία εντυπώσεων

Η προσωρινή κράτηση είναι ένα πολύ ισχυρό εργαλείο δημιουργίας εντυπώσεων. Όταν κάποιος προφυλακίζεται, δημιουργείται η εντύπωση της ταχείας απονομής δικαιοσύνης και της γρήγορης εκκαθάρισης της υπόθεσης. Είναι το μέσον επίτευξης μιας κατά φαντασίαν νίκης επί του εγκληματικού φαινομένου. Μια οφθαλμαπάτη

Μετά την προφυλάκιση του κατηγορουμένου ο οποίος "συγκλόνισε την κοινή γνώμη", δικαστική εξουσία και Κυβέρνηση εισπράττουν τα εύσημα των ΜΜΕ διότι πάταξαν αποφασιστικά και γρήγορα το έγκλημα. 

Αυτός ο λανθάνων χαρακτήρας της προσωρινής κράτησης είναι και ένας από τους λόγους που οι κυβερνήσεις, επί δεκαετίες, μετέτρεπαν τα πλημμελήματα σε κακουργήματα. Για να επιβάλλεται σωρηδόν η προφυλάκιση και να δημιουργούνται εντυπώσεις. Εξάλλου, η κατάχρηση του θεσμού της προσωρινής κράτησης συνομολογείται και στην Εγκύκλιο του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου 18/1996.

Στην υπόθεση Λύτρα είναι εξώφθαλμο ότι τα ΜΜΕ είχαν καλλιεργήσει στην κοινή γνώμη την προσδοκία περί προφυλάκισης του. 

Σωματικές βλάβες

Τα αδικήματα κατά της σωματικής ακεραιότητας επιδέχονται (και πρέπει να επιδέχονται) διαβάθμισης σε σχέση με την βαρύτητά τους και ως εκ τούτου, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, και κλιμακούμενης ποινής ανάλογης του εγκληματικού αδίκου που τίθεται με κάθε μία από αυτές. 

Εξάλλου, η έννοια της αναλογίας της ποινής σε σχέση με το εγκληματικό άδικο δεν ήταν άγνωστη και κατά τον Ποινικό Νόμο του 1834, σε μια εποχή δηλαδή κατά την οποία δεν είχε αναπτυχθεί η αρχή της αναλογικότητας: 

"Η δικαία τιμωρία τού πραχθέντος αδικήματος, τούθ’ όπερ τότε μόνον έπιτυγχάνεται όταν ή ποινή αντίστοιχη προς τό πραχθέν άδίκημα[Κων. Κωστής (1892) "Ερμηνεία του εν Ελλάδι ισχύοντος Ποινικού Νόμου", Τ1 σελ. 192]

Είναι εξαιρετικά αμήχανο να θεωρούνται ανοιχτά, ζητήματα τα οποία τα έχουν απαντηθεί εδώ και 2 αιώνες.

Η λανθασμένη αντίληψη ότι η κατάφαση του είδους των σωματικών βλαβών συμπεραίνεται από μια αποκλειστικώς ιατρική - ιατροδικαστική, κι όχι νομική αξιολόγηση, οδηγεί στα λάθος συμπεράσματα τα οποία διατυπώνονται στα ΜΜΕ. Η ιατροδικαστική έκθεση, όπως και κάθε έκθεση ή πραγματογνωμοσύνη εκτιμούνται ελεύθερα από το δικαστήριο, σύμφωνα με την αρχή της ηθικής απόδειξης [152, 177 ΚΠΔ, ενδ. ΑΠ 220/2020]

Πειστικότερη φαίνεται η άποψη που διατύπωσε ο ποινικολόγος Κώστας Ντάλτας ότι στην προκειμένη περίπτωση, το είδος των βλαβών αξιολογείται ως επικίνδυνη σωματική βλάβη (309ΠΚ) κι όχι ως βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη (310 παρ. 2 εδ. β' ΠΚ), για την οποία ασκήθηκε η ποινική δίωξη στον Απόστολο Λύτρα. 

Πράγματι, η άποψη αυτή επιβεβαιώνεται και από την πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου. Ενδεικτικά:

ΑΠ 9/2023, ΑΠ 423/2023: Γροθιές σε κεφάλι - πρόσωπο

ΑΠ 583/2009: Γροθιές στο πρόσωπο και σε άλλα σημεία του σώματος γυναίακς με αποτέλεσμα να προξενηθούν εκχυμώσεις και αιματώματα αμφοτέρων των έξω οφθαλμικών χώρων, έσω επιφανείας άνω και κάτω χείλους, δεξιάς άκρας χειρός και δεξιάς μηριαίας χώρας

ΑΠ 395/2022: Γροθιές στο ευαίσθητο σημείο του κεφαλιού και με κλωτσιές στα πόδια προξενώντας εκδορές, εκχυμώσεις και αιματώματα ρινός, μετωπιαίας χώρας και ζυγωματικών, αιμάτωμα ωτικού πτερυγίου ΑΡ, μερική απόσπαση κοπτήρων κάτω γνάθου (πρώτος ΔΕ- πρώτος ΑΡ), κάταγμα με μετατόπιση ΑΡ ποδοκνημικής, εκδορές γόνατος και άνω τριτημορίου κνήμης ΔΕ

ΑΠ 1582/2022: Γροθιές, χρήση σιδερένιου λοστού και πέτρας στην κεφαλή, στο πρόσωπο και στη θωρακική χώρα.

Εάν είχε ασκηθεί δίωξη στον Λύτρα για επικίνδυνη σωματική βλάβη 309ΠΚ, δεν θα μπορούσε να επιβληθεί πρωτογενώς προφυλάκιση με ό,τι μπορεί αυτό να σημαίνει για το ζήτημα της δημιουργίας εντυπώσεων στην κοινή γνώμη. Δηλαδή, όταν οδηγήθηκε για πρώτη φορά ενώπιον του Ανακριτή την Δευτέρα 17 Ιουνίου 2024, δεν θα υπήρχε ζήτημα επιβολής προσωρινής κράτησης παρά μόνο περιοριστικών όρων. Ως εκ τούτου δεν θα υπήρχε ζήτημα για την κοινή γνώμη ως προς το ότι "παίζεται" η ελευθερία του Λύτρα. Με την ποινική δίωξη όμς για κακούργημα, τα ΜΜΕ δημιούργησαν στο κοινό την προσδοκία της προφυλάκισης. 

Με μια ενδεχόμενη δίωξη για επικίνδυνη σωματική βλάβη θα μπορούσαν να επιβληθούν μόνο περιοριστικοί όροι (ά. 6 παρ. 2, ά. 18 παρ. 1 του Ν. 3500/2006 και όλως συμπληρωματικώς 283 παρ. 2 και 246 ΚΠΔ). Σε κάθε όμως περίπτωση, η παραβίαση περιοριστικών όρων μπορεί (δυνητικά) να οδηγήσει (δευτερογενώς) σε προσωρινή κράτηση, όπως και έγινε στην προκειμένη περίπτωση (286 παρ. 3, 296 γ' ΚΠΔ). Δηλαδή, ακόμα και εάν είχε ασκηθεί ποινική δίωξη για επικίνδυνη σωματική βλάβη και του είχαν επιβληθεί περιοριστικοί όροι, η παραβίασή τους θα μπορούσε (δυνητικά) να τραπεί σε προφυλάκιση. 

Ορθή φαίνεται να είναι και η τοποθέτηση του Αλέξη Κούγια ότι είναι προβληματική η άσκηση δίωξης για βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη 310 παρ. 2 εδ. β' ΠΚ και άρ. 6 παρ. 2 Ν. 3500/2006, κόντρα στην πάγια (και γνωστή στην εισαγγελική αρχή) νομολογία αλλά και χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις της ειδικής υπόστασης του εγκλήματος. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες ασκήθηκε δίωξη για βαρύτερο αδίκημα και ο ορθός νομικός χαρακτηρισμός έγινε στο ακροατήριο. Επομένως, φαίνεται εύλογος ο ισχυρισμός του Αλέξη Κούγια ότι δημιουργείται η εντύπωση πως η δίωξη για βαρύτερο αδίκημα μπορεί και να είναι προκατειλημμένη. 

 

Πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι η δίωξη για βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη είναι εκείνη που "άνοιξε την πόρτα" για πρωτογενή δυνατότητα επιβολής προφυλάκισης. Εάν είχε γίνει ο ορθός νομικός χαρακτηρισμός και είχε ασκηθεί δίωξη για επικίνδυνη σωματική βλάβη, δεν θα υπήρχε ζήτημα επιβολής προφυλάκισης.

Η γνώμη που εξέφρασε ο δικηγόρος κύριος Μαρακάκης ότι ασκήθηκε λάθος ποινική δίωξη, φαίνεται να είναι ορθή. 

Τέλος, ο συνήγορος του θύματος δήλωσε ότι το θύμα δέχτηκε 30 γροθιές στο πρόσωπο από τον Λύτρα. Τα 30 χτυπήματα αφήνουν σημάδια και τραυματισμούς όχι μονο στο θύμα αλλά και στον δράστη. Δηλαδή, οι 30 γροθιές πρέπει σίγουρα να έχουν αφήσει σημάδια και στα χέρια του Λύτρα. Υποστηρίχθηκε η άποψη ότι ήταν υπερβολή ο ισχυρισμός για 30 γροθιές. Σε κάθε περίπτωση μια έγκαιρη πραγματογνωμοσύνη ή μια αυτοψία του δράστη θα ξεκαθάριζε τα πράγματα.  

Χειροπέδες

Τα ρεπορτάζ παρουσίασαν ως προνομιακή μεταχείριση το γεγονός ότι ο Λύτρας δεν δεσμεύτηκε με χειροπέδες. Ότι επρόκειτο για κάποια εξαίρεση επειδή είναι διάσημος. 

Είτε από ασχετοσύνη είτε από ιδιοτέλεια, διατύπωσαν τον ανακριβή ισχυρισμό ότι τάχα υπάρχει κάποιος φανταστικός κανόνας και κάποιο φανταστικό "πρωτόκολλο" (αυτή η λέξη χρησιμοποιήθηκε) που καθιστούν υποχρεωτική την δέσμευση όλων των συλληφθέντων με χειροπέδες, και ότι μόνο κατ' εξαίρεση επιτρέπεται να μην γίνει χρήση τους.

Μάλιστα, παντελώς άσχετος και με αντιεπιστημονικά επιχειρήματα παρουσιαστής μεσημεριανής εκπομπής, ρώτησε εκπρόσωπο της αστυνομίας το εάν ήταν "σύννομη" η συμπεριφορά των αστυνομικών να μην βάλουν χειροπέδες στον Λύτρα. Αφήνοντας έτσι να εννοηθεί ότι μπορεί και να διέπραξαν κάποιο ποινικό αδίκημα οι αστυνομικοί.

Η προσπάθεια των πρωινών και μεσημεριανών εκπομπών να παραπληροφορήσουν την κοινωνία, στον βωμό της τηλεθέασης, είναι εντατική και κοπιώδης. Παρουσιαστές και πανελίστες παρουσιάζονται ως αυτοδίδακτοι δικαστές και διατυπώνουν εξαιρετικά χαμηλού επιπέδου επιχειρηματολογία για να διεγείρουν τα πάθη προς την λάθος κατεύθυνση. Οι αυτόκλητοι εκπρόσωποι της "κοινής γνώμης" φαίνεται να πετυχαίνουν τον στόχο τους να καταπείσουν τους πολίτες να αυτοκαταστραφούν.  

Η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη που παρουσίασαν τα ΜΜΕ. Νομικά ισχύει το ακριβώς ανάποδο από αυτό που επικαλέστηκαν ως κανονικότητα. Η αδιάκριτη δέσμευση με χειροπέδες, που έχει επικρατήσει ως πρακτική, είναι η εξαίρεση του κανόνα. Είναι μία μή σύννομη πρακτική. Η μεταχείριση του Λύτρα (θα έπρεπε να) είναι ο κανόνας. Το πρόβλημα δεν είναι γιατί δεν φόρεσαν χειροπέδες στον Λύτρα. Ορθώς το έκαναν οι αστυνομικοί διότι ο Λύτρας δεν ήταν ύποπτος απόδρασης. Το πρόβλημα είναι γιατί έχει παγιωθεί ως κανόνας να φοράνε χειροπεδες σε όλους, ακόμα και σε εκείνους οι οποίοι δεν είναι ύποπτοι απόδρασης. 

Ειδικότερα, το άρθρο 278 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προβλέπει ότι η δέσμευση με χειροπέδες του συλληφθέντος γίνεται μόνο εφόσον αντιστέκεται ή είναι ύποπτος φυγής. Δηλαδή, η δέσμευση πρέπει να γίνεται μόνο κατ' εξαίρεση και εφόσον συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις. 

Περαιτέρω, το άρθρο 191 περ. δ' του (προβληματικού) ΠΔ 141/1991 προβλέπει ότι το πρόσωπο που συλλαμβάνεται, δεσμεύεται με χειροπέδες όταν υπαρχει υπόνοια φυγής, ένεκα της προηγούμενης διαγωγής ή συμπεριφορά του, και προς αποτροπή της απόδρασής του.

Κάποιες μεσημεριανές εκπομπές αναφέρθηκαν (τί πιο σύνηθες?) σε λάθος διατάξεις του ΠΔ 141/1991 για ό,τι αφορά στην δέσμευση με χειροπέδες. Ο Λύτρας προσήχθη (279ΚΠΔ) ενώπιον του Εισαγγελέα για να του ασκήσει δίωξη και κατόπιν ενώπιον του Ανακριτή για να απολογηθεί. Δεν "μετήχθη". Ακόμα όμως και οι εσφαλμένες διατάξεις οι οποίες αναφέρθηκαν, προβλέπουν ότι όσοι δεν είναι ύποπτοι απόδρασης, δεν δεσμεύονται με χειροπέδες. 

Τα ΜΜΕ επιτελούν τον ρόλο τους που είναι η αύξηση της τηλεθέασης. Οι πολίτες όμως που αλλαλάζουν και ζητούν χειροπέδες, τί ακριβώς υπερασπίζονται? Το "δικαίωμα" σε χειροπέδες για όλους? Δηλαδή, το πρόβλημα της κοινωνίας είναι το πώς θα γίνει να φοράνε χειροπέδες όλοι οι συλληφθέντες? Περισσότερες χειροπέδες όπως περισσότερη φυλακή?

Οι πολίτες θα έπρεπε να προβληματίζονται επειδή έχει παγιωθεί η μη σύννομη πρακτική της δέσμευσης με χειροπέδες όλων ανεξαιρέτως, ακόμα και εκείνων οι οποίοι δεν είναι ύποπτοι φυγής, αντί να ζητούν "χειροπέδες για όλους". Είναι εντυπωσιακές οι διαστάσεις που έχει αποκτήσει ο ποινικός Μιθριδατισμός και η ευκολία με την οποία ζητούν οι πολίτες από το κράτος να τους συντρίψει. 

Ποια είναι η στάση και η αντίληψή σας για το Ποινικό Δίκαιο στην Ελλάδα? Αφιερώστε 5 λεπτά από τον χρόνο σας για να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιό μας εδώ.

Η παραβίαση των περιοριστικών όρων

Ο Λύτρας κρίθηκε προσωρινά κρατούμενος ("προφυλακιστέος") την Πέμπτη 20 ιουνίου 2024, επειδή θεωρήθηκε ότι παραβίασε τους περιοριστικούς όρους οι οποίοι του είχαν επιβληθεί την Δευτέρα 17 Ιουνίου 2024.

Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ: "Οι όροι αυτοί μετά από μήνυση που υπέβαλε το θύμα της κακοποίησης, Σοφία Πολυζωγοπούλου, κρίθηκε ότι δεν τηρήθηκαν, καθώς η ίδια αισθάνθηκε απειλή από μηνύματα του συζύγου της και επίσης συγγενικά του πρόσωπα (πρώην σύζυγός του και δικηγόρος του γραφείου του) μετέβησαν στο σπίτι όπου διαμένει το θύμα και ζήτησαν επιτακτικά να εισέλθουν για να πάρουν προσωπικά αντικείμενα του δικηγόρου και χρήματα".

Πράγματι, σύμφωνα με το άθρο 18 παρ. 1 του Ν. 3500/2006, μπορούν να επιβληθούν στον κατηγορούμενο για αδίκημα ενδοοικογενειακής βίας περιοριστικοί όροι, όπως ιδίως η απομάκρυνσή του από την οικογενειακή κατοικία, η μετοίκησή του, η απαγόρευση να προσεγγίζει τους χώρους κατοικίας ή και εργασίας του θύματος, κατοικίες στενών συγγενών του, τα εκπαιδευτήρια των παιδιών και ξενώνες φιλοξενίας, η συμμετοχή του σε θεραπευτικά ή συμβουλευτικά προγράμματα ή προγράμματα απεξάρτησης. 

Ο σκοπός της επιβολής των περιοριστικών όρων του άρθρου 18 παρ. 1 του Ν. 3500/2006 είναι προστατευτικός της σωματικής και ψυχικής υγείας του παθόντος και αποτρεπτικός της τέλεσης νέων εγκλημάτων από τον κατηγορούμενο [βλ. Γ. Πλαγάκος (2021) "Ο Ανακριτής", σελ. 623]. 

Το θύμα δεν νομιμοποιείται δικονομικά να υποβάλλει αίτηση αντικατάστασης των περιοριστικών όρων με προφυλάκιση αλλά δεν εμποδίζεται να υποβάλλει έγγραφο υπόμνημα ή να εμφανιστεί αυθορμήτως και να καταθέσει υπέρ της συνδρομής των προϋποθέσεων του 296ΚΠΔ ώστε να λάβει γνώση ο ανακριτής και να εξετάσει το ενδεχόμενο της αντικατάστασης των περιοριστικών όρων με προσωρινή κράτηση [βλ. Γ. Πλαγάκος (2021) "Ο Ανακριτής", σελ. 622].

Για την αντικατάσταση των περιοριστικών όρων με προφυλάκιση απαιτείται απλή κι όχι σύμφωνη γνώμη του Εισαγγελέα. Είναι σκόπιμη η προηγούμενη ακρόαση του κατηγορουμένου για να εκθέσει τις απόψεις του. Ο εισαγγελέας και ο κατηγορούμενος μπορούν να προσφύγουν εντός 10 ημερών στο δικαστικό συμβούλιο κατά της διάταξης και του εντάλματος του ανακριτή κατά το 291 παρ. 1 ΚΠΔ [βλ. Γ. Πλαγάκος (2021) "Ο Ανακριτής", σελ.670-671]

Η παραβίαση των περιοριστικών όρων πρέπει να οφείλεται σε απείθεια κι όχι σε κώλυμα ή αδυναμία. Ο ανακριτής δύναται να τους αντικαταστήσει με προφυλάκιση μόνο αν το ποινικό αδίκημα για το οποίο κατηγορείται ο κατηγορούμενος επισύρει ποινή φυλάκισης με ελάχιστο όριο τους 3 μήνες διότι στην αντίθετη περίπτωση παραβιάζονται τα άρθρα 283 και 296 ΚΠΔ [βλ. Γ. Πλαγάκος (2021) "Ο Ανακριτής", σελ. 622]. Στην προκειμένη περίπτωση αυτή η προϋπόθεση συντρέχει, σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ 2 του Ν. 3500/2006 για την αποδιδόμενη πράξη στον Λύτρα και θα συνέτρεχε και εάν του είχε ασκηθεί δίωξη για επικίνδυνη σωματική βλάβη.

Φαίνεται όμως αρκετά διασταλτική η ερμηνεία με την οποία θεωρήθηκε ως παραβίαση των περιοριστικών όρων η ανταλλαγή ηλεκτρονικών μηνυμάτων η οποία δεν είναι επαφή με το θύμα με φυσική παρουσία

Η δε παραβίαση περιοριστικών όρων "μέσω αντιπροσώπου" (πρώην σύζυγος Λύτρα) είναι επίσης προβληματική διότι οι περιοριστικοί όροι είναι προσωπικοί και δε παρεκτείνονται σε συγγενείς του δράστη. 

Φαίνεται πειστική η εξήγηση του δικηγόρου κου. Δημητρακόπουλου ότι η πειθαρχική δίωξη κατά Ανακριτή και Εισαγγελέα μπορεί να έπαιξε ρόλο ή ότι προσφέρεται να παίξει ρόλο.

Πειθαρχικός Έλεγχος Ανακριτή - Εισαγγελέα

"Μα τί θέλετε να πείτε? Ότι οι δικαστές θα μένουν χωρίς έλεγχο? Ας ελεγθουν! Με την επιβολή προφυάκισης στον Λύτρα δικαιώθηκε ο Άρειος Πάγος" λένε οι δημοσιογράφοι στα ΜΜΕ. Και με τον τρόπο αυτό περνάνε το δήθεν αθώο μήνυμα ότι οι δικαστές δεν μπορούν να είναι ανεξέλεγκτοι. 

Την Δευτέρα 17 Ιουνίου 2024, για πρώτη φορά στα δικαστικά χρονικά, αυθημερόν και μόλις 2 ώρες μετά την απόφαση Ανακριτή και Εισαγγελέα να αφήσουν τον Λύτρα ελεύθερο με περιοριστικούς όρους, η Πρόεδρος και η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου με Δελτίο Τύπου διέταξαν την κατεπείγουσα προκαταρκτική πειθαρχική έρευνα των δικαστικών λειτουργών που επέβαλλαν περιοριστικούς όρους αντί προφυλάκισης στον Λύτρα.

Ο δικηγόρος Κώστας Ντάλτας θέτει το ζήτημα στις σωστές του διαστάσεις.

 

Η πρωτοφανής αμεσότητα με την οποία αντέδρασε η "ηγεσία" του Αρείου Πάγου, είναι πολλαπλώς προβληματική, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς ότι την δικογραφία την χειρίζονταν, και ως εκ τούτου είχαν γνώση της, Ανακριτής και Εισαγγελέας. Πώς είχαν γνώση της δικογραφίας Πρόεδρος και Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και διαπίστωσαν τόσο γρήγορα την ενδεχόμενη διάπραξη πειθαρχικών αδικημάτων εκ μέρους Ανακριτή και Εισαγγελέα? Εάν η σπουδή της "ηγεσίας" του Αρείου Πάγου να παραγγείλει πειθαρχικό έλεγχο  έγινε υπό το βάρος της κοινής γνώμης τότε πρόκειται για πολύ σοβαρό ατόπημα. 

Η κρίση Ανακριτή και Εισαγγελέα είναι ανέλεγκτη και μάλιστα αυτό κατοχυρώνεται με τις συνταγματικές διατάξεις για την προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών (Σ 87 παρ. 1). 

Η δικαστική λειτουργία, κατά την εκτέλεση του έργου της είναι ανεξάρτητη απέναντι των δύο άλλων συντεταγμένων λειτουργιών (Βουλή, Κυβέρνηση). Οι δικαστές, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπάγονται στο Σύνταγμα και τους νόμους [Κ. Μαυριάς (2005) "Συνταγματικό Δίκαιο", σελ. 147]

Η λειτουργική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών έγκειται στο ότι οι δικαστές απονέμουν δικαιοσύνη μόνο σύμφωνα με τον νόμο και την συνείδησή τους χωρίς υπόκεινται σε διαταγές ή υποδείξεις άλλων κρατικών οργάνων [Αθ. Ράϊκος (1991) "Συνταγματικό Δίκαιο" Τ1 σελ. 109]

Ως εκ τούτου, κατά τον σχηματισμό της δικαιοδοτικής τους κρίσης, οι δικαστικοί λειτουργοί δεν δέχονται εντολές ούτε από ανώτερους δικαστικούς λειτουργούς ως προς το τί θα αποφασίσουν. 

Θα ήταν ευθέως αντισυνταγματικό για τον Άρειο Πάγο αλλά και για κάθε άλλον δικαστικό λειτουργό να επιβάλλει την γνώμη του σε ιεραρχικά κατώτερο δικαστικό λειτουργό, ως προς την δικαιοδοτική του κρίση δηλαδή ως προς τί θα αποφασίσει σε μια συγκεκριμένη υπόθεση. 

Επισημαίνεται ότι και αυτό είναι ένα ζήτημα το οποίο δεν θεωρείται ανοιχτό και επίκαιρο όχι μόνοε στην Ελλάδα αλλά και σε καμία άλλη φιλελεύθερη δημοκρατία. Έχει επιλυθεί με τον παραπάνω τρόπο, δηλαδή με την ανεξαρτησία της δικαιοδοτικής κρίσης, εδώ και μερικούς αιώνες. 

Την έκφραση αυτή (ανέλεγκτη κρίση) διαστρέβλωσαν οι δήθεν ειδήμονες των ΜΜΕ για να στήσουν το πολύ επικίνδυνο για τους θεσμούς και την δημοκρατία επιχείρημα ότι όσοι αναφέρονται στην ανέλεγκτη κρίση των δικαστών τάχα υποστηρίζουν το να είναι και ανεξέλεγκτοιΣτην υπόθεση Λύτρα είναι εξώφθαλμο ότι τα ΜΜΕ είχαν καλλιεργήσει στην κοινή γνώμη την προσδοκία περί της προφυλάκισής του. 

Η ελεύθερη ή ανέλεγκτη κρίση του δικαστικού λειτουργού έχει το νόημα ότι δεν διώκεται (ποινικά ή ποιθαρχικά) για αποφάσεις που έλαβε και ότι ούτε μπορούν να του ζητηθούν εξηγήσεις γιατί έκρινε κάποιον αθώο ή ένοχο, εφόσον αφενός η κρίση του σχηματίστηκε κατά τον δικανικό του συλλογισμό και αφετέρου εφόσον είναι αιτιολογημένηΑλήθεια, γιατί δεν ξεσηκώθηκαν οι πολίτες όταν ο Υπ. Δικαιοσύνης με τον Ν. 5090/2024 νομοθέτησε την "συνοπτική" αιτιολόγηση των αρχειοθετήσεων των μηνύσεων? Γιατί δεν ξεσηκώθηκαν τα ΜΜΕ και δεν άρχισαν να κουνάνε το δάκτυλο?

Η κρίση των δικαστικών λειτουργών είναι ανέλεγκτη αλλά όχι ανεξέλεγκτη όπως παραπληροφορούν τα ΜΜΕ. 

Τυχόν σφάλματα των δικαστικών αποφάσεων ερευνούνται με ένδικα μέσα (έφεση, αναίρεση) ή οιονεί ένδικα μέσα (προσφυγή κλπ), κι όχι με πειθαρχικό έλεγχοΤο δήθεν αθώο επιχείρημα ότι "Μα, και οι δικαστικοί λειτουργοί πρέπει να ελέγχονται" είναι εκ του πονηρού. Οι δικαστικοί λειτουργοί ελέγχονται για την δικαιοδοτικη τους κρίση. 

Η κίνηση της πειθαρχική δίωξης για την κρίση Ανακριτή και Εισαγγελέα εκτός από παράνομη και αντισυνταγματική, όπως υποστήριξε πειστικά ο δικηγόρος Κώστας Ντάλτας, είναι και επικίνδυνη διότι προσφερεται για να κάμψει το ελεύθερο φρόνημα των δικαστικών λειτουργών, οι οποίοι υπό τον φόβο πιθανών πειθαρχικών διώξεων θα προφυλακίζουν σωρηδόν τους πολίτες. Πρόκειται για μία πάρα πολύ επικίνδυνη εξέλιξη. Οι πολίτες πρέπει να προσέχουν τί εύχονται. 

Και όχι, δεν δικαιώθηκαν η Πρόεδρος και η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου επειδή τελικά προφυλακίστηκε ο Λύτρας, όπως ισχυρίζονται στα ΜΜΕ. Η προσωρινή του κράτηση έγινε δευτερογενώς, κατόπιν παραβίασης των περιοριστικών όρων κι όχι προωτογενώς κατά 288ΚΠΔ, ζήτημα με το οποίο ασχολείται η πειθαρχική έρευνα.

Πράγματι, κατά το άρθρο 109 παρ. 4 του Ν. 4938/2022 (Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων), η δικαιοδοτική κρίση δεν συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα:

4. Δεν αποτελούν πειθαρχικά παραπτώματα για τον δικαστικό λειτουργό:

α) η άρνησή του να εφαρμόσει διατάξεις που τίθενται κατά κατάλυση του Συντάγματος ή είναι αντίθετες σε αυτό,

β) η κρίση που ο δικαστικός λειτουργός εκφέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων του,

Μα, τότε, γιατί δεν ξεσηκώθηκε ο νομικός κόσμος για τον πειθαρχικό έλεγχο που παρήγγειλε η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κατά της Εισαγγελέως Πρωτοδικών Λάρισας η οποία αρχειοθέτησε την μήνυση των συγγενών των θυμάτων για το μπάζωμα στα Τέμπη? Η απάντηση είναι διότι η αρχειοθέτηση που έκανε η Εισαγγελέας Λάρισας ήταν αντίθετη προς το Σύνταγμα. Η Εισαγγελέας Λάρισας υπερέβη τις αρμοδιότητές της. Η αρμοδιότητα της διερεύνησης τυχόν ποινικών ευθυνών υπουργών είναι της Βουλής κι όχι της κοινής δικαιοσύνης. 

Αντί άλλης ανάλυσης του ζητήματος αυτού, παραπέμπουμε στην από 18.06.2024 άκρως διαφωτιστική επί του θέματος ανακοίνωση  της Ένωσης Δικαστών & Εισαγγελέων καθώς και στην από 18.06.2024 ανακοίνωση του Προέδρου της Ολομέλειας Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος κου. Δημήτρη Βερβεσού. 

Από την άλλη, η Ένωση Εισαγγελέων μάλλον βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο. Για την Ένωση Εισαγγελέων είναι καλοδεχούμενη η πειθαρχική έρευνα καθώς, όπως αναφέρεται στο από 18.06.2024 Δελτίο Τύπου που εξέδωσε, η πειθαρχική έρευνα "ουδόλως ισοδυναμεί με πειθαρχική δίωξη του εμπλεκομένου Εισαγγελικού Λειτουργού και πολύ περισσότερο με καταδίκη του. Αντιθέτως έχει καθαρά διαπιστωτικό – διερευνητικό χαρακτήρα, δεδομένου ότι δεν στοχεύει μόνο στη εξακρίβωση τυχόν πειθαρχικών ευθυνών, αλλά πολλές φορές οδηγεί στην πλήρη αποκατάσταση της εικόνας του ελεγχομένου από αδίκως αποδιδόμενες σ’ αυτόν μομφές και καταγγελίες". 

Εάν η πειθαρχική έρευνα λειτουργεί προς το συμφέρον των δικαστικών λειτουργών και προς αποκατάστασή της εικόνας τους τότε να διατάσσεται συχνότερα. Ή, γιατί όχι, μετά από κάθε δικαιοδοτική κρίση.

UPDATE 25.06.2024: Δελτίο Τύπου Αρείου Πάγου

Την Τρίτη 25 Ιουνίου 2024, ο Άρειος Πάγος δημοσίευσε δελτίο τύπου το οποίο, αντί να διαφωτίζει τα πράγματα, απευθύνει ένα ευρύ "κατηγορώ" κατά του νομικού κόσμου αλλά και κατά του Προέδρου της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος.

Το δελτίο τύπου χαρακτηρίζει ως "αυτόκλητους παράγοντες" και "ένθερμους υποστηρικτές της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης" όσους κατέκριναν την παραγγελία για πειθαρχικό έλεγχο. Ο Άρειος Πάγος φαίνεται σαν να αμφισβητεί το ότι οι δικηγόροι είναι συλλειτουργοί της δικαιοσύνης και ότι έχουν δικαίωμα "δια να ομιλούν". 

Τέλος, σημειώνεται ότι η έκφραση του δελτίου τύπου ότι οι δικαστικοί λειτουργοί "δεν είναι ανεξέλεγκτοι" είναι ένα επιχείρημα το οποίο εκφράστηκε και διακινήθηκε το πρώτον από τα ΜΜΕ. υπό το δήθεν αθώο και τάχα λογικό ερώτημα "Μα, να μην ελέγχονται οι δικαστές?" αλλά και από τον Φλωρίδη.

UPDATE 27.06.2024: Παρέμβαση της Ένωσης Ποινικολόγων & Μαχόμενων Δικηγόρων για τον πειθαρχικό έλεγχο

Με παρέμβαση της την Τρίτη 18 Ιουνίου 2024 η Ένωση Ποινικολόγων και Μαχόμενων Δικηγόρων εκφράζει την ανησυχία της για την διενέργεια πειθαρχικού ελέγχου από τον Άρειο Πάγο κατά των δικαστικών λειτουργών που δεν αποφάσισαν την προφυλάκιση του Λύτρα. 

Αψιθυμία

Μία ακόμα ανακρίβεια η οποία ακούστηκε από τα ΜΜΕ είναι ότι δήθεν τα έλατήρια που τον ώθησαν στην πράξη του, θα τα επικαλεστεί για να επιτύχει το "ακαταλόγιστο".

Η υπερένταση ενός συναισθήματος όπως ο φόβος, η οργή, η ταραχή, η ζήλεια, η αγανάκτιση, βρασμός ψυχικής ορμής κλπ δεν έχουν καμία επίδραση ως προς τον αποκλεισμό του καταλογισμού κατά το 34ΠΚ. Δηλαδή, δεν είναι ισχυρισμός προς αποκλεισμό του καταλογισμού εάν ο Λύτρας ισχυριστεί ότι οδηγήθηκε στην πράξη του από υπερένταση ζήλειας ή οργής. Οι πράξεις που τελούνται εξαιτίας ψυχικής παρόρμησης δεν παρακάμπτουν αλλά διέρχονται μέσα από το συνειδητό εγώ. Σε καθεστώς αψυθιμίας, εξουδετερώνεται ο μηχανισμός ενεργοποίησης των αναστολών ωστόσο δεν εξουδετερώνεται η βούληση. [Κων. Βαθιώτης (2007) "Στοιχεία Ποινικού Δικαίου" σελ. 65, Λεων. Κοτσαλής (2005) "Ποινικό Δίκαιο - Γενικό Μέρος", Τ1 σελ. 115 υποσ. 44]. 

Οι αψυθιμίες δεν έχουν κάποια γενική επίδραση στην ποινική μεταχείρηση του δράστη. Επιδρούν μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες αναγνωρίζεται τέτοια στην ειδική υπόσταση του εγκλήματος πχ 299 παρ. 2, 23 εδ. β' ΠΚ. Δεν συνιστούν ψυχική ή διανοητική διαταραχή ή διατάραξης της συνείδησης. Συνεπώς, δεν τίθεται ζήτημα άρσης του καταλογισμού του Λύτρα κατά 34ΠΚ.

Ποια είναι η στάση και η αντίληψή σας για το Ποινικό Δίκαιο στην Ελλάδα? Αφιερώστε 5 λεπτά από τον χρόνο σας για να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιό μας εδώ.

Εξαγγελίες Φλωρίδη

Ο Φλωρίδης, ακολουθώντας την πρακτική των Υπουργών Δικαιοσύνης της Κυβέρνησης Μητσοτάκη, προέβη την Πέμπτη 20 Ιουνίου 2024 σε εν θερμώ εξαγγελίες για νομοθετικές πρωτοβουλίες, υπαγορευμένες από τα πρωϊνάδικα και τα μεσημεριανάδικα. Δεν ανακοινώθηκε το εάν τα μέτρα τα διατύπωσε κάποια νομοπαρασκευαστική επιτροπή. Τέτοια "εν κρυπτώ" κατάρτιση νομοσχεδίου έγινε και με τον Ν. 5090/2024. 

Τα "μέτρα" τα οποία ανακοίνωσε έχουν ως εξής:

1) Κανόνας η επιβολή προσωρινής κράτησης στα κακουργήματα ενδοοικογενειακής βίας, εκτός αν κριθεί απολύτως αιτιολογημένα πως ο κατ' οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση (βραχιολάκι) ή οι περιοριστικοί όροι αρκούν για την αποτροπή του δράστη από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων.

2) Άμεση περάτωση της ανάκρισης και απευθείας παραπομπή στο ακροατήριο των κακουργημάτων ενδοοικογενειακής βίας, χωρίς την ενδιάμεση διαδικασία των δικαστικών βουλευμάτων.

3) Πραγματική έκτιση στη φυλακή των ποινών για εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας χωρίς δυνατότητα αναστολής ή μετατροπής τους, με κανένα τρόπο.

4) Πρόβλεψη δυνατότητας προσωρινής κράτησης μέχρι 6 μήνες για σοβαρά πλημμελήματα ενδοοικογενειακής βίας. Στη δε περίπτωση αυτόφωρου πλημμελήματος, η κράτηση, σε περίπτωση αναβολής, μπορεί να παραταθεί έως τις 5 ημέρες.

5) Πρόβλεψη έκδοσης εισαγγελικής διάταξης επιβολής περιοριστικών όρων ακόμα και πριν την άσκηση της ποινικής δίωξης, με δυνατότητα του θύματος να προτείνει συγκεκριμένους όρους που θεωρεί κατάλληλους. Για τυχόν παραβίαση περιοριστικών όρων επιβάλλεται στον δράστη ποινή φυλάκισης και ενημερώνεται το θύμα από την αστυνομική αρχή για να λάβει μέτρα προστασίας.

6) Σε κάθε περίπτωση η υποτροπή του δράστη καθιερώνεται ως επιβαρυντική περίπτωση ενδοοικογενειακής βίας που οδηγεί στο μέγιστο ύψος της ποινής.

7) Προστασία του θύματος με την απαλλαγή του από την υποχρέωση εμφάνισής του στην ακροαματική διαδικασία. Προβλέπεται η πρόοδος της δίκης με την ανάγνωση της κατάθεσης, που έδωσε στην προδικασία, εκτός αν το δικαστήριο, με ειδική αιτιολογία, κρίνει την παρουσία του θύματος απολύτως απαραίτητη με προτεραιότητα την εξ αποστάσεως εξέτασή του, όπου είναι εφικτό.

8) Δεν χωρεί ποινική διαμεσολάβηση στα ιδιαιτέρως σοβαρά πλημμελήματα ενδοοικογενειακής βίας, ακόμα και αν το θύμα συναινεί στη διαμεσολάβηση. Σε κάθε περίπτωση, θεσπίζεται δυνατότητα του εισαγγελέα να μη δεχθεί συμφωνία των μερών για διαμεσολάβηση ή να την ανακαλέσει, όταν συντρέχουν στοιχεία που θα μπορούσαν να μειώσουν την ικανότητα του θύματος για συνειδητή επιλογή.

9) Στις περιπτώσεις καταγγελίας για ενδοοικογενειακή βία, ο Εισαγγελέας διερευνά αυτεπάγγελτα αν συντρέχει περίπτωση μεταβολής του καθεστώτος επιμέλειας ανήλικων τέκνων σύμφωνα με το άρθρο 1532 εδ.γ' του Αστικού Κώδικα.

10) Στην περίπτωση που έχει παρέλθει το αυτόφωρο, θεσπίζεται διαδικασία αναζήτησης, δέσμευσης και «προστατευτικής φύλαξης» του δράστη λίαν προσφάτου περιστατικού ενδοοικογενειακής βίας, διάρκειας έως 48 ώρες, προκειμένου το θύμα να βρεθεί στο κατάλληλο προστατευτικό περιβάλλον και ο δράστης να αποτραπεί από το ενδεχόμενο να επανακάμψει και να επαναλάβει την πράξη του.

11) Πρόβλεψη λειτουργίας πλατφόρμας καταγγελιών εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας ακόμα και από τρίτους.

12) Δημιουργία αρχείου/ιστορικού αναφορών ενδοοικογενειακής βίας από τις αστυνομικές αρχές, το οποίο επισυνάπτεται ως συνοδευτικό έγγραφο της δικογραφίας.

13) Ενίσχυση των τρόπων γνωστοποίησης των δικαιωμάτων και παροχής της νομικής βοήθειας στο θύμα ενδοοικογενειακής βίας.

14)Τέλος, μόλις πριν από ένα μήνα, τέθηκε σε εφαρμογή η Οδηγία 1385/2024 της Ε.Ε με προθεσμία ενσωμάτωσης από τα κράτη μέλη έως 14/5/2027 για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών με διατάξεις για την προστασία των θυμάτων και την αποτροπή της επαναθυματοποίησης τους. 

Παραπέμπουμε στην από 21.06.2026 ανακοίνωση της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρονται και τα εξής:

2. Αυτονόητο είναι, ότι, τόσο σοβαρά κοινωνικά προβλήματα δεν μπορεί να αντιμετωπίζονται με πρακτικές επιλεκτικής νομοθέτησης, στο πλαίσιο επικοινωνιακής διαχείρισης συγκεκριμένων υποθέσεων και υπό την πίεση της κοινής γνώμης, όπως οι πρόσφατες εξαγγελίες του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Σημειωτέον ότι, το Υπουργείο ουδεμία προηγούμενη διαβούλευση είχε προς τούτο με τους εμπλεκόμενους στην απονομή της Δικαιοσύνης φορείς.

3. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, με τις εξαγγελίες του για την ενδοοικογενειακή βία, αμφισβητεί και αναιρεί, κατ’ αρχάς, τον ίδιο του τον εαυτό και το Υπουργείο, καθώς προχωρεί σε νέες νομοθετικές ρυθμίσεις «πριν καν στεγνώσει το μελάνι» της όλως πρόσφατης νομοθέτησης των νέων Ποινικών Κωδίκων (ν. 5090/2024), επιφέροντας έτσι, την 18η, κατά χρονική σειρά, τροποποίηση των Κωδίκων από το 2019 μέχρι σήμερα.

Υποχρεωτική Προφυλάκιση

Σε ό,τι αφορά στην εξαγγελθείσα υποχρεωτική επιβολή προφυλάκισης, σημειώνονται τα εξής:

Πρόκειται για μία ρύθμιση η οποία είναι ευθέως αντισυνταγματική και αντίθετη προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). 

Η επιβολή μέτρων δικονομικού καταναγκασμού (περιοριστικοί όροι, προφυλάκιση κλπ) είναι δυνητική. Δεν επιβάλλεται αλλά επιτρέπεται. [βλ. Γ. Πλαγάκος (2021) "Ο Ανακριτής", σελ. 602]

Η τυχόν υποχρεωτική προφυλάκιση είναι αντίθετη προς το άρθρο 5 της ΕΣΔΑ, κατά το οποίο η προφυλάκιση ουδέποτε μπορεί να είναι υποχρεωτική [Αθ. Κονταξής (1989) "Κώδικας Ποινικής Δικονομίας - Συνδυασμός θεωρίας και πράξης" σελ. 1271]

Έτσι και Καρράς, όπου γίνεται αναφορά σε 32/1995 Πλημμ/κείου Καλαβρύτων, ΠΧρ ΜΣΤ/414 επ., όπου ορθά υποστηρίζεται ότι η διάταξη του άρθρου 8, παρ. 4, εδ. α ́ Ν. 1300/1982, η οποία καθιστούσε υποχρεωτική την επιβολή προσωρινής κράτησης, ειδικά στα εγκλήματα της ζωοκλοπής και της ζωοκτονίας καθώς και της αποδοχής και διάθεσης προϊόντων ζωοκλοπής ή στα εγκλήματα των άρθρων 1, 2 και 3 Ν. 1300/1982, χωρίς να εξετάζεται, αν αυτή αποτελεί απολύτως αναγκαίο μέτρο για την πρόληψη διάπραξης νέων εγκλημάτων ή για την παρεμπόδιση της πολύ πιθανής φυγής του κατηγορουμένου, ήταν αντίθετη με το άρθρο 5 της Ε.Σ.Δ.Α[Αργ. Καρράς (2020) "Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο" σελ. 552 υποσ. 901]

Δεν μπορεί με διάταξη νόμου να καθιερωθεί υποχρεωτική προσωρινή κράτηση και εάν γίνει κάτι τέτοιο θα είναι ευθέως αντίθετο με την ΕΣΔΑ [ΣυμβΠλημΚαλαβρ 32/1995 σε Μιχ. Μαργαρίτη (2020) "Κώδικας Ποινικής Δικονομίας" σελ. 725, Σπ. Καραμολέγκος ΕισΠρωτ (2017) "Σύγχρονα ζητήματα προσωρινής κράτησης" σελ. 4]

Η υποχρεωτική προφυλάκιση θα μεταβάλλει τον χαρακτήρα της από μέτρο δικονομικού καταναγκασμού σε έκτιση ποινής. Συνεπώς, η ρύθμιση αυτή, εάν εφαρμοστεί και δεν κριθεί απο τα δικαστήρια ως αντισυνταγματική υπό τον φόβο πιθανών πειθαρχικών διώξεων, θα επιφέρει σίγουρη καταδίκη της Ελλάδας στο ΕΔΔΑ. Δεσμεύεται ο Υπ. Δικαιοσύνης να καταβάλλει από την τσέπη του τα χρηματικά ποσά που τυχόν θα επιδικάσει κατά της Ελλάδας το ΕΔΔΑ εξ αιτίας των νομοθετικών του παρεμβάσεων ή θα τα πληρώσει ο ελληνικός λαός?

Εξάλλου, όπως ήδη αναλύεται παραπάνω, η βαρύτητα της πράξης δεν αρκεί, ως μοναδική προϋπόθεση, για την επιβολή προσωρινής κράτησης, και αν κάτι τέτοιο θεσμοθετηθεί, παραβιάζεται και το άρθρο 5 της ΕΣΔΑ, όπως έχει κρίνει με αποφάσεις του το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του ανθρώπου [Tomasi εναντίον Γαλλίας 1992 12850/87 σκέψη 98, Latellier κατά Γαλλίας 1991 12369/86 σκέψη 43]

Επιβολή περιοριστικών όρων από Εισαγγελέα

Η εξαγγελία ρύθμισης με την οποία θα καθιερώνεται η δυνατότητα να εκδίδει διάταξη επιβολής περιοριστικών όρων ο Εισαγγελέας πριν την άσκηση της ποινικής δίωξης, είναι πολλαπλώς προβληματική. 

Αφενός επειδή αναγάγει τον Εισαγγελέα σε δικαιοδοτικό όργανο. Ο περιορισμός της ελευθερίας πρέπει να γίνεται πάντοτε από δικαστή (Ανακριτής) και όχι από το όργανο του οποίου η κεντρική αρμοδιότητα είναι να ασκεί ποινική δίωξη. Οι εισαγγελείς προτείνουν, δεν αποφασίζουν. 

Η ρύθμιση αυτή παραβιάζει και την σημαντική δικαιοπολιτική αποστολή την οποία διαδραματίζει η διεξαγωγή της κύριας ανάκρισης, άρα και η επιβολή περιοριστικών όρων ή προφυλάκισης,  από Ανακριτή δηλαδή από Δικαστή. Στο μικτό δικονομικό σύστημα της ελληνικής ποινικής δικονομίας, άλλος ασκεί την δίωξη (Εισαγγελέας) και άλλος αποφασίζει για την αθωότητα ή την ενοχή (Δικαστής). Η έννοια της απόφασης έχει ευρεία ερμηνεία και νοείται κάθε περιορισμός της ελευθερίας και όχι μόνο η απόφαση της δίκης με την οποία κρίνεται η ενοχή ή η αθωότητα του κατηγορουμένου. Ως τέτοια νοείται και η απόφαση για επιβολή περιοριστικών όρων ή προφυλάκισης. Για τον λόγο αυτό, κάθε περιορισμός της ελευθερίας αποφασίζεται από Δικαστη κι όχι από το όργανο που είναι αρμόδιο να κινεί την ποινική δίωξη [βλ. και Χρ. Δέδες (1979) "Ποινική Δικονομία" σελ. 358, Γ. Πλαγάκος (2021) "Ο Ανακριτής", σελ. 11]

Η ανάθεση στο ίδιο πρόσωπο της αποστολής τόσο της δίωξης του κατηγορουμένου ως ενόχου ορισμένου εγκλήματος και της αντίστοιχης ανάκρισης, όσο και μετέπειτα της απόφασης για την ενοχή ή αθωότητά του δεν παρέχει εγγύηση αμερόληπτης κρίσης, επειδή, όπως είναι φυσικό, ο αρχικός κατήγορος και μετέπειτα κριτής θα επηρεάζεται στην κρίση του από την προηγούμενη διωκτική του δραστηριότητα σε βάρος του κατηγορουμένου [Αργ. Καρράς (2020) "Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο" σελ. 16].

Αφετέρου, η επιβολή περιοριστικών σε πρόσωπο που δεν του έχει ασκηθεί ρητά η ποινική δίωξη και ως εκ τούτου δεν έχει αποκτήσει ακόμα την ιδιότητα του κατηγορουμένου (72ΚΠΔ) φαίνεται να δημιουργεί πρόβλήματα, όχι μόνο παραβίασης του τεκμηρίου αθωότητας αλλά και άσκησης δικαιωμάτων τα οποία εξαρτώνται από την απόκτηση της ιδιότητας του διαδίκου (70ΚΠΔ).

UPDATE 27.06.2024: Παρέμβαση της Ένωσης Ποινικολόγων & Μαχόμενων Δικηγόρων για τις εξαγγελίες Φλωρίδη

Την Τετάρτη 26 Ιουνίου 2024, η Ένωση Ποινικολόγων & Μαχόμενων Δικηγόρων δημοσίευσε δελτίο τύπου για τις επερχόμενες τροποποιήσεις της ποινικής νομοθεσίας την οποία εξήγγειλε ο Φλωρίδης

Έκτιση στη φυλακή χωρίς δυνατότητα αναστολής 

Η θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής έκτισης ποινών, χωρίς δυνατότητα αναστολής ήταν δημοφιλής πρακτική και στην περίοδο της Χούντας [Εφημερίδα "Μακεδονία" 16.12.1969]


Αυστηροποίηση ποινών

Έχει εξηγηθεί επαρκώς γιατί η αυστηροποίηση των ποινών δεν συμβάλλει, στον βαθμό κατά τον οποίο προβάλλεται από Κυβέρνηση και ΜΜΕ, στην αποτροπή της εγκληματικότητας. 

Πρόκειται για ένα επιχείρημα το οποίο στερείται επιστημονικής σοβαρότητας, είναι "πιασάρικο" και προσφέρει μια εξαιρετικά απλή και ταυτόχρονα φασίζουσα εξήγηση σε ένα πολύπλοκο ζήτημα. Το ίδιο απλά εξηγούσε και το επιχείρημα "Οι Έλληνες είναι τεμπέληδες και σπάταλοι" ένα άλλο σύνθετο ζήτημα, την ελληνική κρίση χρέους. Λόγω της απλότητάς του, η κοινωνία νιώθει ότι το κατανοεί και έτσι το υιοθετεί. "Μα είναι κοινή λογική" θα πούν κάποιοι, οι οποίοι, όπως ήδη αναφέραμε, δεν κατέχουν το απαραίτητο γνωστικό υπόβαθρο για να επεξεργαστούν κάποια ερμηνεία. Και είναι απολύτως φυσιολογικό να συμπεριφερθούν με τον τρόπο αυτό οι πολίτες όταν ταυτόχρονα βομβαρδίζονται με το ίδιο επιχείρημα από τις αυθεντίες των πρωινάδικων και των ειδήσεων.

Η πρακτική της αυστηροποίησης των ποινών ήταν δημοφιλής και κατά την περίοδο της Χούντας.






Το κόστος του εγκλήματος

Το επιχείρημα της αυστηροποίησης βασίζεται στην υπόθεση ότι η αύξηση των ποινών αυξάνει το κόστος για έναν υποψήφιο εγκληματία και κατά συνέπεια, αυτός θα προτιμήσει να μην το κάνει από το να επωμιστεί το κόστος αυτό. Αυτή όμως δεν είναι ούτε καν η μισή αλήθεια. Η αύξηση των ποινών είναι ο πλέον ανέξοδος τρόπος μείωσης της εγκληματικότητας. Το μόνο που χρειάζεται να κάνει η Πολιτεία είναι απλά να νομοθετήσει, επί δικαίων και αδίκων, και να δηλώσει θριαμβευτικά "εγώ το χρέος μου το έκανα". Και με τον τρόπο αυτό μεταθέτει την ευθύνη στους πολίτες, στον καιρό, στον θεό, στην Παναγία, στον ανάδρομο Ερμή, στον φούφουτο κλπ. Αυτό που δεν φαίνεται και κρύβεται καλά πίσω από την όποια αυστηροποίηση είναι ότι ταυτόχρονα η Πολιτεία απόσχει από το να επενδύσει σε άλλους τομείς.

Η εξίσωση του κόστους του εγκλήματος δεν έχει ως μόνη μεταβλητή την ποινή. Αν ήταν έτσι, οι ΗΠΑ θα έπρεπε να έχουν εκμηδενίσει το έγκλημα στις πολιτείες εκείνες στις οποίες ισχύει η θανατική ποινή. Το κόστος του εγκλήματος περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και την πιθανότητα σύλληψης, την πιθανότητα άσκησης δίωξης και την πιθανότητα καταδίκης.

Η πιθανότητα σύλληψης δεν πρέπει να συγχέεται με την αύξηση του πλήθους των αστυνομικών. Σκεφτείτε το εξής: μια εταιρία security δεν στέλνει από έναν υπάλληλο να φυλάει σκοπιά σε κάθε σπίτι του οποίου την φύλαξη έχει αναλάβει αλλά βασίζεται σε ένα πλέγμα μέσων και μεθόδων όπως ο συναγερμός, ο φωτισμός, η σήμανση ότι ο χώρος επιτηρείται κλπ. Η πιθανότητα σύλληψης αφορά στην πιθανότητα εξιχνίασης του εγκλήματος. Για παράδειγμα, αμέσως μετά το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών στις 28.02.2023, η κυβέρνηση έσπευσε να τροποποιήσει τον ποινικό κώδικα διότι, στο πλαίσιο της μετάθεσης ευθύνης, ισχυρίστηκε ότι το σιδηροδρομικό δίκτυο ήταν σε μαύρα χάλια επειδή, εκτός των άλλων, έφταιγαν οι Ρομά οι οποίοι υποτίθεται έκλεβαν σιδηροδρομικό υλικό κρίσιμο για την ασφάλεια. Ακόμα κι αν θεωρηθεί αληθής ο ισχυρισμός αυτός, οι αλλαγές του ποινικού κώδικα πώς ακριβώς λειτουργούν αποτρεπτικά για την επανάληψη τέτοιων περιστατικών στο μέλλον? Αν ο πιθανός κλέφτης σιδηροδρομικού υλικού γνωρίζει ότι οι πιθανότητες να εντοπιστεί είναι εξαιρετικά μικρές, δεν έχει λόγο να μην το ξανακάνει. Αν όμως η πολιτεία επένδυε σε συστήματα ασφαλείας των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών και σε συστήματα επιτήρησης, η πιθανότητα εξιχνίασης αυξάνεται.

Στην πιθανότητα σύλληψης περιλαμβάνεται και η πιθανότητα καταγγελίας του εγκλήματος. Η επαναφορά του παραβόλου των 100 ευρώ για την κατάθεση έγκλησης, το οποίο είχε καταργηθεί με τον νέο Κώδικα Ποινικής Δικονομίας του 2019, αυξάνει έτσι το κόστος καταγγελίας του εγκλήματος και μειώνει κατ' επέκταση την πιθανότητα καταγγελίας. Έτσι όμως θα μειωθεί εικονικά σε έναν βαθμό η εγκληματικότητα διότι δεν θα καταγγέλλονται από τους παθόντες τα εγκλήματα.

Η άποτροπή όμως έχει κόστος. Θα πρέπει η Πολιτεία να επενδύσει σε αυτήν πραγματικό χρήμα. Έχει όμως και θεσμικό κόστος υπό την έννοια ότι πάντοτε τα μέσα και οι μέθοδοι αποτροπής θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τον σεβασμό στην δημοκρατία, την αρχή της αναλογικότητας, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις ατομικές ελευθερίες και όλες τις θεσμικές εγγυήσεις οι οποίες απορρέουν από το εθνικό και το διεθνές δίκαιο. Η άποτροπή έχει κόστος, αλλά όχι αποτροπή με κάθε κόστος. Το επιχείρημα αυτό ακούστηκε στο σκάνδαλο των υποκλοπών. Η Κυβέρνηση Μητσοτάκη βασίστηκε στο απλό επιχείρημα ότι για την διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας, όλα επιτρέπονται. Και φυσικά το υιοθέτησαν και το αναπαρήγαγαν τα ΜΜΕ.

Η πιθανότητα άσκησης δίωξης και η πιθανότητα καταδίκης περιλαμβάνουν όχι μόνο το θεσμικό πλαίσιο, το οποίο είναι ήδη υπερεπαρκές αλλά και την ποιότητα της ποινικής προδικασίας. Αν για παράδειγμα ο ανακριτικός υπάλληλος δεν είναι επαρκώς καταρτισμένος για την διενέργεια αυτεπάγγελτης προανάκρισης υπάρχει η πιθανότητα η έρευνά του να πάσχει από ακυρότητες ή να μην είναι επαρκώς τεκμηριωμένη. Δεν είναι ασυνήθιστο να προσάγεται ενώπιον των εισαγγελικών και δικαστικών λειτουργών ανεπαρκές αποδεικτικό υλικό το οποίο δεν μπορεί να οδηγήσει είτε στην άσκηση δίωξης είτε στην καταδίκη. Εδώ, επιστρατεύεται το επίσης απλοϊκό επιχείρημα "Εμείς τους πιάνουμε κι εσείς τους αφήνετε".  Επομένως, η πολιτεία πρέπει, εκτός από την αποτροπή, να επενδύσει και στην κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού. Αλλά, είπαμε, έχει κόστος.

Οι ευθύνες του ΣΥΡΙΖΑ

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ιδιαίτερες ευθύνες για την γιγάντωση του φαινομένου του Ποινικού λαϊκισμού και τον συνεπακόλουθο ποινικό Μιθριδατισμό, διότι ήταν η Κυβέρνηση η οποία έφερε τους νέους Κώδικες.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μερίμνησε ώστε να πείσει την κοινωνία ότι οι ποινικοί κώδικες την αφορούν. Η απραξία του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίστηκε και μετά το 2019, οπότε η ΝΔ οργίασε πάνω στους κώδικες με συνεχείς τροποποιήσεις, υπαγορευμένες από την κοινή γνώμη και ανομολόγητους σκοπούς. 

Δεν φρόντισε να ενημερώσει την κοινωνία για τους νέους Κώδικες του 2019, για το σκεπτικό τους και τις αξίες που ενσωμάτωνε. Δεν διοργάνωσε ημερίδες και συζητήσεις για τους πολίτες, δεν προκάλεσε τηλεοπικές ενημερωτικές συζητήσεις, δεν έκανε τίποτα. Υπογραμμίζεται ότι η Επιτροπή Αργυρόπουλου η οποία έφερε τον νέο Ποινικό Κώδικα, συγκροτήθηκε ήδη από το 2015. 

Απέτυχε να ενημερώσει τους πολίτες ότι ο Ποινικός Κώδικας του 2019 ήταν κατά βάση ο Κώδικας της Επιτροπής Μανωλεδάκη, η οποία συγκροτήθηκε από το ΠΑΣΟΚ το 2010 και παρουσίασε το έργο της τον Δεκέμβριο του 2011 επί συγκυβέρνησης ΠΑΣΟΚ - ΝΔ - ΛΑΟΣ. Αντιθέτως, σε κάθε τροποποίηση που κάνει η ΝΔ στους κώδικες, κινητοποιείται ένας ολόκληρος επικοινωνιακός μηχανισμός, μια επικοινωνιακή καταιγίδα, για να προετοιμάσει την κοινή γνώμη και για να της υποβάλλει ως ορθές τις επερχόμενες αλλαγές. Δείτε το άρθρο μας ΠΟΙΝΙΚΟΜΑΧΟΙ: Το ιστορικό του Νέου Ποινικού Κώδικα

Δεν φρόντισε να υπερασπιστεί τους Κώδικες του 2019 κατά την περίοδο 2019-2024. Αυτή η παράλειψη συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Αυτό οφείλεται κυρίως στην προχειρότητα των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ οι οποίοι εμφανίζονταν στις τηλεοπτικές συζητήσεις εντελώς αδιάβαστοι. Δεν ήξεραν τί ψήφισαν και γι' αυτό δεν ξέρουν και να απαντήσουν στα διάφορα ζητήματα τα οποία τίθενται στις δημόσιες συζητήσεις.

Κατόπιν, ο ΣΥΡΙΖΑ σύρθηκε απολογούμενος στον χορό της αυστηροποίησης που έσερνε η ΝΔ. Αφησαν αναπάντηση την λάσπη και δεν ήξεραν τί τους γίνεται. Δεν γνώριζαν ούτε το πόσες φορές έχει τροποποιήσει η ΝΔ τον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Δεν εντόπισαν, δεν ανέδειξαν και δεν αντιτάχθηκαν για παράδειγμα στο ζήτημα της αρχειοθέτησης χωρίς έλεγχο των καταγγελιών του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος. Δεν εντόπισαν και δεν ανέδειξαν τις τροποποιήσεις που έγιναν στον ΚΠΔ ώστε να εξαιρούνται της αυτόφωρης διαδικασίας Δημάρχοι και Περιφερειάρχες. 

Δεν υπερασπίστηκαν τα μέλη της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής από τις αήθεις επιθέσεις που δέχτηκαν ως "κατά παραγγελία νομοθέτες" προς όφελος των εγκληματιών. Ο ΣΥΡΙΖΑ άφησε εκτεθειμένους τους επιστήμονες της Επιτροπής στην ανθρωποφαγία και τον τηλεοπτικό διασυρμό. Η σιωπή του ΣΥΡΙΖΑ στο θέμα αυτό, εκτός από εκκωφαντική είναι και ύποπτη. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει διαψεύσει τον Φλωρίδη και με τον τρόπο αυτό αφήνεται να εννοηθεί ότι ισχύουν όσα έλεγε και ότι, τελικά, δεν είναι επίθεση λάσπης. 

Πολιτική ηγεσία είναι να δημιουργείς τις εξελίξεις, να κατευθύνεις την κοινωνία στην πρόοδο και την ευημερία κι όχι να σε ετεροπροσδιορίζει το πολιτικό κόστος και η κοινή γνώμη. 

Οι πολίτες θα πρέπει να ξανασκεφτούν τί εύχονται.


Ποια είναι η στάση και η αντίληψή σας για το Ποινικό Δίκαιο στην Ελλάδα? Αφιερώστε 5 λεπτά από τον χρόνο σας για να απαντήσετε στο ερωτηματολόγιό μας εδώ.


Ακολουθήστε μας στο mastodon, στο twitter και στο Facebook

























Photo by bennett tobias on Unsplash